είδωλα
στης πεθυμιάς το κάτοπτρο
η λύση και η λύτρωση
τέλος η πολιτεία δεν έχει
να ετοιμαστούμε τώρα πρέπει
αντίο
αδίσταχτα να αρθρώσουμε
τις φλέβες των παλαμαριών
χέρι ασυγκίνητο
σκόρπιες
να υγραίνονται θ’ αφήσει
ίχνη αγάπης
θα ψηλαφίσω μέσα μου
όντας το κλάμα αδύνατο
των φωτεινών επιγραφών
τα δάκρυα θα μαζέψω
τις νύχτες που βρέχει
στα έρημα σοκάκια θα πλανηθώ
δίχως πουκάμισο
και χίμαιρες
κατάμονος και ταπεινός
ποτάμια να οργώσουν το στήθος μου
με το πικρό μαστίγιο του άνεμου
εξαγνισμένος την αυγή
να κινήσω για σένα
είναι καιρός που ανέλπιδα σε αποζητώ
κι απόψε
με κεραύνωσε το όραμα της αγάπης σου
και μέθυσα
πασίχαρη η γη
απ' το χαμένο ορίζοντα της παραλίας
διάφανο πρόσωπο
στραμμένο στ’ αργά βήματά μου
δειλή προσδοκία
γραμμένη στο μέτωπο
μαλλιά λουσμένα
στα πάμφωτα πέλαγα των ματιών σου
της χτεσινής οδύνης τέλος
τα χέρια θ’ αγγίσουμε
οι τελευταίοι ζωντανοί
οι τελευταίοι φυγάδες
οι τελευταίοι λεύτεροι
την ψυχή μας
θα ξαναβρούμε
ποια γαλάζια σημαία ονείρου
φτεροκοπάει στη σκέψη μας
ποια ελπίδα
ποιες πασχαλιές λησμονημένες
ανθίσανε πέρα απ’ τη θάλασσα και μυρώσανε
και στην άκρη μάς καλούν του κόσμου;
ένα σιδερένιο καράβι
στην πλατεία μάς περιμένει
καρφωμένο
με λεπρούς ναύτες χωρίς μάτια
αμίλητοι θα ταξιδέψουμε
η ζωή μας θα γλιστράει δίπλα
αφήνοντας την ψευδαίστηση της κίνησης
στης πεθυμιάς το κάτοπτρο
η λύση και η λύτρωση
τέλος η πολιτεία δεν έχει
να ετοιμαστούμε τώρα πρέπει
αντίο
αδίσταχτα να αρθρώσουμε
τις φλέβες των παλαμαριών
χέρι ασυγκίνητο
σκόρπιες
να υγραίνονται θ’ αφήσει
ίχνη αγάπης
θα ψηλαφίσω μέσα μου
όντας το κλάμα αδύνατο
των φωτεινών επιγραφών
τα δάκρυα θα μαζέψω
τις νύχτες που βρέχει
στα έρημα σοκάκια θα πλανηθώ
δίχως πουκάμισο
και χίμαιρες
κατάμονος και ταπεινός
ποτάμια να οργώσουν το στήθος μου
με το πικρό μαστίγιο του άνεμου
εξαγνισμένος την αυγή
να κινήσω για σένα
είναι καιρός που ανέλπιδα σε αποζητώ
κι απόψε
με κεραύνωσε το όραμα της αγάπης σου
και μέθυσα
πασίχαρη η γη
απ' το χαμένο ορίζοντα της παραλίας
διάφανο πρόσωπο
στραμμένο στ’ αργά βήματά μου
δειλή προσδοκία
γραμμένη στο μέτωπο
μαλλιά λουσμένα
στα πάμφωτα πέλαγα των ματιών σου
της χτεσινής οδύνης τέλος
τα χέρια θ’ αγγίσουμε
οι τελευταίοι ζωντανοί
οι τελευταίοι φυγάδες
οι τελευταίοι λεύτεροι
την ψυχή μας
θα ξαναβρούμε
ποια γαλάζια σημαία ονείρου
φτεροκοπάει στη σκέψη μας
ποια ελπίδα
ποιες πασχαλιές λησμονημένες
ανθίσανε πέρα απ’ τη θάλασσα και μυρώσανε
και στην άκρη μάς καλούν του κόσμου;
ένα σιδερένιο καράβι
στην πλατεία μάς περιμένει
καρφωμένο
με λεπρούς ναύτες χωρίς μάτια
αμίλητοι θα ταξιδέψουμε
η ζωή μας θα γλιστράει δίπλα
αφήνοντας την ψευδαίστηση της κίνησης
~
από το βιβλίο Ίχνη του δέους Επιλεγμένα ποιήματα 1966 - 2017, εκδ. Ρώμη, 2018
(Ενότητα Οι άταφοι, 1966)
πηγή
από το βιβλίο Ίχνη του δέους Επιλεγμένα ποιήματα 1966 - 2017, εκδ. Ρώμη, 2018
(Ενότητα Οι άταφοι, 1966)
πηγή
Ο Τόλης Νικηφόρου γεννήθηκε στην οδό Αγνώστου Στρατιώτου (Πλατεία
Δικαστηρίων) της Θεσσαλονίκης στις 14 Νοεμβρίου του 1938. Οι γονείς του
ήταν πρόσφυγες, ο πατέρας του, Νίκος, από το Σαλιχλί της Ιωνίας και η
μητέρα του, Αριστούλα, από τη Σωζόπολη της Ανατολικής Ρωμυλίας.
Αποφοίτησε από το αμερικανικό κολλέγιο Ανατόλια το 1957, φοίτησε για δύο
χρόνια στη Νομική Σχολή του Α.Π.Θ. και, τελικά, σπούδασε διοίκηση
επιχειρήσεων. Εργάστηκε ως τραπεζικός υπάλληλος, αναλυτής συστημάτων και
διαδικασιών και μεταφραστής-διερμηνέας στη Θεσσαλονίκη, στην Αθήνα και
στο Λονδίνο. Ταξίδεψε σε πολλές χώρες και επέστρεψε στην Θεσσαλονίκη
για να ασκήσει το επάγγελμα του μελετητή-συμβούλου επιχειρήσεων ως το
1999. Με τη λογοτεχνία ασχολήθηκε από τα μαθητικά του χρόνια, ως
λογοτεχνικός συντάκτης των περιοδικών College News και Annual και,
αργότερα, ως αρχισυντάκτης του περιοδικού των αποφοίτων, Anatolia
Alumnus. To 1957 του απονεμήθηκε το 1ο βραβείο για το διήγημά του «Η ώρα
της δημιουργίας» στον ετήσιο διαγωνισμό του Anatolian. Έχει εκδώσει
συνολικά 40 βιβλία (24 συλλογές ποιημάτων και μία συγκεντρωτική έκδοση, 9
συλλογές διηγημάτων, 4 μυθιστορήματα και 3 παραμύθια για μεγάλους).
Διηγήματα και ποιήματά του έχουν δημοσιευτεί στις εφημερίδες Το Βήμα,
Νέα, Αυγή, Μακεδονία, Θεσσαλονίκη, κ.α., και σε πολλά λογοτεχνικά
περιοδικά. Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί, κυρίως από πανεπιστημιακούς
δασκάλους, σε εννέα ευρωπαϊκές γλώσσες, στις Η.Π.Α. και τον Καναδά, και
έχουν περιληφθεί σε πολλές έντυπες και ηλεκτρονικές ελληνικές και ξένες
ανθολογίες καθώς και στα Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας της Μέσης
Εκπαίδευσης στην Ελλάδα και την Κύπρο. Ήταν τακτικός συνεργάτης του
περιοδικού Νέα Πορεία επί 30 χρόνια, από τα μέσα της δεκαετίας του ¨70.
Οργάνωσε και έλαβε μέρος σε πολλές λογοτεχνικές εκδηλώσεις. Υπήρξε
αντιπρόεδρος της Λέσχης Γραμμάτων και Τεχνών Β.Ε. και της Πανελλήνιας
Πολιτιστικής Κίνησης και μέλος του Δ. Σ. της Εταιρίας Λογοτεχνών
Θεσσαλονίκης και της Καλλιτεχνικής Επιτροπής του Κ.Θ.Β.Ε. Το 1989 του
απονεμήθηκε το Βραβείο Μυθιστορήματος Επιστημονικής Φαντασίας της
Γυναικείας Λογοτεχνικής Συντροφιάς για το παραμύθι του Σοτοσαπόλ ο
Χρυσοθήρας και το 2009 το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος για τη συλλογή του Ο
δρόμος για την Ουρανούπολη, 2008. [από το nikiforou-poems.gr]