Ξαφνικά σιωπή. Άλλου
όνειρο ή δικό μου δεν ξέρω
Σε παγκάκι καθόταν. Στην άκρη
πολύβοου δρόμου. Τα παλιά σχισμένα
ρούχα φορούσε. Με τα μάτια
καρφωμένα τώρα μπροστά
– σαν να έβλεπε, κάποιον ή κάτι.
Προσευχόταν, το ήξερα, αλλά αλλιώς.
Τσακισμένο το σώμα ακουμπούσε
στο ίδιο το σώμα. Και τα λόγια
και αυτά ακουμπούσαν στους γυάλινους
τοίχους των κτιρίων που υψώνονταν γύρω
Αντανάκλαση λόγου σκέφτηκα και τον ένιωσα
να τραντάζεται και λυγμοί να τον παίρνουν
γείρε και πάλι γείρε ότι έλεγε
–σε χώρα ή πρόσωπο πατρίδα μιλούσε;–
και με το βλέμμα της αφής
σε ρήγματα ερείπια στης γλώσσας
τα ραγίσματα στερέωσέ μας
σημαία λάβαρο σε χώρα ηδονής
~
Από τη συλλογή Λιγοστό και να χάνεται, Εκδ. Καστανιώτη, 2002
πηγή
Προσευχόταν, το ήξερα, αλλά αλλιώς.
Τσακισμένο το σώμα ακουμπούσε
στο ίδιο το σώμα. Και τα λόγια
και αυτά ακουμπούσαν στους γυάλινους
τοίχους των κτιρίων που υψώνονταν γύρω
Αντανάκλαση λόγου σκέφτηκα και τον ένιωσα
να τραντάζεται και λυγμοί να τον παίρνουν
γείρε και πάλι γείρε ότι έλεγε
–σε χώρα ή πρόσωπο πατρίδα μιλούσε;–
και με το βλέμμα της αφής
σε ρήγματα ερείπια στης γλώσσας
τα ραγίσματα στερέωσέ μας
σημαία λάβαρο σε χώρα ηδονής
~
Από τη συλλογή Λιγοστό και να χάνεται, Εκδ. Καστανιώτη, 2002
πηγή
Η Μαρία Κυρτζάκη γεννήθηκε στην Καβάλα το 1948. Σπούδασε φιλολογία στο Αριστοτέλειο Θεσσαλονίκης (1966-1971) και το 1973 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Εργάστηκε, για λίγο, στη Μέση Εκπαίδευση και με τη Μεταπολίτευση εντάχθηκε στο τμήμα ραδιοφωνικών παραγωγών του τότε ΕΙΡΤ. Κεντρικό θέμα των παραγωγών της ήταν η χρήση και η λειτουργία της γλώσσας στον ποιητικό και τον δραματουργικό λόγο, θέματα, τα οποία, επίσης, δίδαξε στη Σχολή Θεάτρου «Εμπρός» και ήταν, άλλωστε, απολύτως σχετικά με την ίδια την ποίησή της. Στη λογοτεχνία εμφανίστηκε πρώιμα, το 1996, με τα ποιήματά της «Σιωπηλές κραυγές». Ακολούθησαν τα ποιητικού μόχθου βιβλία της, λόγω της επίμονης και επίπονης διαδικασίας της προετοιμασίας τους: «Οι λέξεις» (1973), «Ο κύκλος» (1976), «Η γυναίκα με το κοπάδι» (1982), «Περίληψη για τη νύχτα» (1986), «Ημέρια νύχτα« (1989), «Σχιστή οδός» (1992), «Μαύρη θάλασσα» (2000), «Λιγοστό και να χάνεται« (2002) και «Στη μέση της ασφάλτου« (2005), όπου συγκέντρωσε την ποιητική διαδρομή της από το 1973 έως το 2002.Το μονολογικό της κείμενο «Τυφώ» παραστάθηκε το 1996 από το «Απλό Θέατρο». Το 2003 τιμήθηκε με το βραβείο Σωτηρίου Ματράγκα της Ακαδημίας Αθηνών. Πέθανε στις 21 Ιανουαρίου 2016, έπειτα από σύντομη μάχη με τον καρκίνο, σε ηλικία 68 ετών.