Τον βλέπω ακόμη εμπρός μου—
σ’ έναν σταχτή βράχο τραβάει
τ’ αγκίστρια του για να μαζέψει,
ρούχα σταχτιά φοράει,
το πρόσωπό του όλο φακίδες—
μα είναι πια πολύς καιρός
που αυτός ο άντρας τριγυρνάει
στον νου μου ο γνωστικός κι απλός.
Στο πρόσωπό του όλη τη μέρα
ήλπιζα κάτι πως θα βρω
να γράψω για όλα τούτα γύρω,
για τον δικό μου τον λαό:
τους ζωντανούς που έχω μισήσει,
τους προσφιλείς μου τους νεκρούς,
τους άνανδρους που ’ναι στους θώκους,
τους υπεράνω ιταμούς—
αρκεί το ζήτω ενός πιωμένου
κι οι αγύρτες βγαίνουν καθαροί—
τον ευφυολόγο που όσα λέει
τά ’χει για το χυδαίο αυτί,
τον πονηρό που σαν τον κλόουν
ξέρει πότε να κλαψουρίσει,
την τέχνη τη σπουδαία, τη γνώση
που ο όχλος τους έχει τσακίσει.
Θα ’χει περάσει χρόνος πια
αφότου είπα ξαφνικά,
όλους αυτούς για να χλευάσω,
έν’ άντρα τέτοιο με φακίδες
στη φαντασία μου να πλάσω,
με τα σταχτιά τα ρούχα του
στον βράχο εκεί να σκαρφαλώνει
τον μαυρισμένο απ’ τον αφρό,
τις πετονιές του να δολώνει
και να τις ρίχνει στο νερό —
τον άντρα αυτόν που δεν υπάρχει,
που είναι μόνο ένα όνειρο·
και φώναξα «προτού γεράσω
θα πω για τούτη τη μορφή
ένα τραγούδι ίσως κρύο
και παθιασμένο όσο η αυγή.»
~
Μετάφραση: Κώστας Κουτσουρέλης
πηγή
στον νου μου ο γνωστικός κι απλός.
Στο πρόσωπό του όλη τη μέρα
ήλπιζα κάτι πως θα βρω
να γράψω για όλα τούτα γύρω,
για τον δικό μου τον λαό:
τους ζωντανούς που έχω μισήσει,
τους προσφιλείς μου τους νεκρούς,
τους άνανδρους που ’ναι στους θώκους,
τους υπεράνω ιταμούς—
αρκεί το ζήτω ενός πιωμένου
κι οι αγύρτες βγαίνουν καθαροί—
τον ευφυολόγο που όσα λέει
τά ’χει για το χυδαίο αυτί,
τον πονηρό που σαν τον κλόουν
ξέρει πότε να κλαψουρίσει,
την τέχνη τη σπουδαία, τη γνώση
που ο όχλος τους έχει τσακίσει.
Θα ’χει περάσει χρόνος πια
αφότου είπα ξαφνικά,
όλους αυτούς για να χλευάσω,
έν’ άντρα τέτοιο με φακίδες
στη φαντασία μου να πλάσω,
με τα σταχτιά τα ρούχα του
στον βράχο εκεί να σκαρφαλώνει
τον μαυρισμένο απ’ τον αφρό,
τις πετονιές του να δολώνει
και να τις ρίχνει στο νερό —
τον άντρα αυτόν που δεν υπάρχει,
που είναι μόνο ένα όνειρο·
και φώναξα «προτού γεράσω
θα πω για τούτη τη μορφή
ένα τραγούδι ίσως κρύο
και παθιασμένο όσο η αυγή.»
~
Μετάφραση: Κώστας Κουτσουρέλης
πηγή