Μούχλιασαν οι στενοχώριες τα άγχη
Μούχλιασαν στη βροχή και τη λάσπη
Στην παραδοχή.
Σαπισμένα τα πόδια
Τα κεφάλια κρεμασμένα στους τοίχους
Τώρα που δεν υπάρχουν οι πλατείες για τις ζητωκραυγές
Μούχλιασαν στη βροχή και τη λάσπη
Στην παραδοχή.
Σαπισμένα τα πόδια
Τα κεφάλια κρεμασμένα στους τοίχους
Τώρα που δεν υπάρχουν οι πλατείες για τις ζητωκραυγές
Τώρα που δεν υπάρχουν τα είδωλα
Και τα δωμάτια προσφέρονται μόνο για νεκρολογίες
Μουχλιάσαμε στον αστέγαστο κύκλο
Η υγρασία παραμονεύει
Παραμονεύει και δε σε λογαριάζει
Δε σε περιμένει
Σαπίζουν στα βαθιά πηγάδια τα σώματα
Παιδιά
Είκοσι χρονών
~
Από τη συλλογή Οι λέξεις (1973)
Ενότητα Ανίχνευση
Η Μαρία Κυρτζάκη γεννήθηκε στην Καβάλα το 1948. Σπούδασε φιλολογία στο Αριστοτέλειο Θεσσαλονίκης (1966-1971) και το 1973 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Εργάστηκε, για λίγο, στη Μέση Εκπαίδευση και με τη Μεταπολίτευση εντάχθηκε στο τμήμα ραδιοφωνικών παραγωγών του τότε ΕΙΡΤ. Κεντρικό θέμα των παραγωγών της ήταν η χρήση και η λειτουργία της γλώσσας στον ποιητικό και τον δραματουργικό λόγο, θέματα, τα οποία, επίσης, δίδαξε στη Σχολή Θεάτρου «Εμπρός» και ήταν, άλλωστε, απολύτως σχετικά με την ίδια την ποίησή της. Στη λογοτεχνία εμφανίστηκε πρώιμα, το 1996, με τα ποιήματά της «Σιωπηλές κραυγές». Ακολούθησαν τα ποιητικού μόχθου βιβλία της, λόγω της επίμονης και επίπονης διαδικασίας της προετοιμασίας τους: «Οι λέξεις» (1973), «Ο κύκλος» (1976), «Η γυναίκα με το κοπάδι» (1982), «Περίληψη για τη νύχτα» (1986), «Ημέρια νύχτα« (1989), «Σχιστή οδός» (1992), «Μαύρη θάλασσα» (2000), «Λιγοστό και να χάνεται« (2002) και «Στη μέση της ασφάλτου« (2005), όπου συγκέντρωσε την ποιητική διαδρομή της από το 1973 έως το 2002.Το μονολογικό της κείμενο «Τυφώ» παραστάθηκε το 1996 από το «Απλό Θέατρο». Το 2003 τιμήθηκε με το βραβείο Σωτηρίου Ματράγκα της Ακαδημίας Αθηνών. Πέθανε στις 21 Ιανουαρίου 2016, έπειτα από σύντομη μάχη με τον καρκίνο, σε ηλικία 68 ετών.