Μα χθες ακόμη στα μάτια με κοιτούσες,
Μα σήμερα όλο λοξά κοιτάς!
Μα χθες ακόμη με τα πουλιά καθόσουν
Μα σήμερα τους κορυδαλλούς – κοράκια, λες!
Είμαι η ανόητη κι εσύ ο ξύπνιος,
Εσύ ο ζωντανός, κι εγώ η ενεός.
Ω, όλων των εποχών των γυναικών κραυγή:
«Τι σου ‘κανα καλέ μου;!»
Τα δάκρυα της πια κυλούν – νερό και αίμα –
Νερό – στο αίμα, στα δάκρυα πλύθηκε!
Όχι η μάνα μα μητριά – ο Έρωτας:
Κρίση μη περιμένετε, μηδέ και καλοσύνη.
Τα πλοία παίρνουν τους καλούς,
Τους παίρνει ο άσπρος δρόμος . . .
Και βόγκος μόνο απλώνεται σ’ ολάκερη τη γη
«Τι σου ‘κανα καλέ μου;!»
Μα χθες ακόμη όρθιος ήσουν !
Με το κινέζικο γκουβέρνο πολεμούσες!
Τα δυο χεράκια αμέσως ξέσφιξες, -
Και σαν δεκάρα σκουριασμένη- έφυγε η ζωή!
Παιδοκτόνος στη δίκη
Στέκομαι – άσχημη και σκυθρωπή.
Μα και στην κόλαση ακόμη θα σου πω:
«Τι σου ‘κανα καλέ μου;!»
Καρέκλα ζητώ, κρεβάτι ζητώ:
«Γιατί, γιατί υποφέρω και πονώ;»
«Φιλί σαν δώσεις θα τιμωρηθείς -
Άλλη σαν θα φιλήσεις» - απαντούν.
Να ζω μες τη φωτιά με έμαθε,
Στην παγωμένη στέπα - ο ίδιος μ’ άφησε!
Να τι ‘ναι αυτό που μου ΄κανες καλέ μου!
Τι σου ‘κανα εγώ καλέ μου;!
Τα ξέρω όλα – μην αντιλέγεις !
Βλέπω ξανά – μα δεν είμαι ερωμένη!
Όπου ο Έρωτας υποχωρεί,
Έρχεται ο Θάνατος, ο κηπουρός.
Άλλο το δέντρο να τραντάξεις ! -
Εγκαίρως το μήλο ώριμο θα πέσει …
Για όλα, για όλα συγχώρα με
Καλέ μου, για όλα όσα σου ‘κανα!
14 Ιουνίου 1920
~
Μετάφραση από τα ρωσικά Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης