Μα πάντα φθάνουν τα γεγονότα,
μας βρίσκουν απροετοίμαστους.
Σαρκοβόρα άνθη
στους κήπους, στους δρόμους,
στις δημόσιες πλατείες παράλογοι θάνατοι.
Υπάρχουν κάτι πρωινά
οι βρύσες μας ποτίζουν αίμα
έτσι η δίψα δε σβήνει, ανάβει
κι η φρίκη μας ζώνει.
Μας ζώνει η φρίκη, μας ζαλίζει
δε βρίσκουμε την έξοδο
ή μας έχουν δώσει λανθασμένες οδηγίες,
στριφογυρίζουμε και μένουμε
στο δωμάτιο
με την άγνοια
ή την υποψία να υγραίνει τις παλάμες.
Και πάντα χωρίς έξοδο.
~
Από τη συλλογή «Έγκλειστοι» (1962), που περιλαμβάνεται στη συγκεντρωτική έκδοση «Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου - Έσχατη υπόσχεση, Ποιήματα 1958 - 2010»,
εκδ. Ένεκεν, Θεσσαλονίκη 2016
Ο Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου (Καβάλα, 1935) είναι Έλληνας ποιητής και
πεζογράφος. Οι γονείς του ήταν πρόσφυγες από την Καππαδοκία και τον
Πόντο. Το 1944 χτυπήθηκε από γερμανική χειροβομβίδα και έχασε το
αριστερό του χέρι. Σπούδασε στην Ανώτατη Σχολή Οικονομικών και Εμπορικών
Επιστημών Αθηνών. Από το 1971 ζει στη Θεσσαλονίκη. Στα γράμματα
πρωτοεμφανίστηκε το 1958, δημοσιεύοντας ένα ποίημα στην εφημερίδα Έρευνα
Καβάλας, με το ψευδώνυμο Π. Μαρτάκος. Η πρώτη του ποιητική συλλογή,
Έγκλειστοι, δημοσιεύτηκε το 1962. Έργα του έχουν μεταφραστεί στα
Αγγλικά, Γαλλικά, Γερμανικά, Ολλανδικά, Ιταλικά, Πολωνικά, Ρουμάνικα και
Ρωσικά. Συνεργάστηκε με τα περιοδικά Αντί, Εντευκτήριο, Παρατηρητής,
Σκαπτή Ύλη, Τραμ, Υπόστεγο και την εφημερίδα Η Αυγή, γράφοντας ποίηση,
πεζά και μικρά δοκίμια. Έχει ανθολογήσει το ποιητικό έργο του Ανέστη
Ευαγγέλου. Είναι μέλος της «Εταιρίας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης» και
ιδρυτικό μέλος της «Εταιρείας Συγγραφέων». Το 1998 έλαβε το Κρατικό
Βραβείο Διηγήματος για το βιβλίο του Σπαράγματα και το 2004 το Βραβείο
Διηγήματος της Ακαδημίας Αθηνών (Έδρα Πέτρου Χάρη) για το βιβλίο του
Διέφυγε το μοιραίον.




(1).jpg)
.png)

