Έξω από μας πεθαίνουν τα πράγματα
Απ’ όπου περάσης νύχτα, ακούς σαν ένα ψίθυρο
Να βγαίνη από τους δρόμους που δεν πάτησες,
Από τα σπίτια που δεν επισκέφθηκες,
Απ’ όπου περάσης νύχτα, ακούς σαν ένα ψίθυρο
Να βγαίνη από τους δρόμους που δεν πάτησες,
Από τα σπίτια που δεν επισκέφθηκες,
Απ’ τα παράθυρα που δεν άνοιξες,
Απ’ τα ποτάμια που δεν έσκυψες να πιης νερό,
Από τα πλοία που δεν ταξίδεψες.
Έξω από μας πεθαίνουν τα δέντρα που δεν γνωρίσαμε.
Ο άνεμος περνά από δάση αφανισμένα.
Πεθαίνουν τα ζώα από ανωνυμία και τα πουλιά από σιωπή.
Τα σώματα πεθαίνουν σιγά-σιγά από εγκατάλειψη.
Μαζί με τα παλιά μας φορέματα μες στα σεντούκια.
Πεθαίνουν τα χέρια, που δεν αγγίσαμε, από μοναξιά.
Τα όνειρα που δεν είδαμε, από στέρηση φωτός.
Έξω από μας αρχίζει η ερημία του θανάτου.
~
Από τη συλλογή Συνομιλίες (1953)
Ο Γιώργος Θέμελης (Σάμος, 1900 - Θεσσαλονίκη, 1976) ήταν ποιητής, δοκιμιογράφος και θεατρικός συγγραφέας. Το όνομα του συνδέθηκε με τη Θεσσαλονίκη όπου και έζησε μέχρι το τέλος της ζωής του. Θεωρείται η πνευματική του πατρίδα αφού εκεί διαμορφώθηκε η ποιητική του προσωπικότητα. Ως φιλόλογος δίδαξε στο Πειραματικό Σχολείο Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης βρίσκοντας απήχηση σε πολλές γενιές μαθητών του, ειδικά στο μάθημα των νέων ελληνικών . Διετέλεσε Γενικός Γραμματέας και Μέλος της Καλλιτεχνικής Επιτροπής του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος από την ίδρυση του το 1961 έως το 1965. Η ποιητική πορεία του Θέμελη ξεκινάει ουσιαστικά με τον πόλεμο και τη κατοχή. Όλα τα προηγούμενα γραπτά του ανήκουν στην προϊστορία του. Τότε μυήθηκε στα νεότερα πολιτικά ρεύματα από τον πρωτοποριακό κύκλο του περιοδικού «Κοχλίας». Ορισμένα ποιήματά του μελοποιήθηκαν από τον Σταύρο Κουγιουμτζή (ενδεικτικά: Το πρώτο περιστέρι, Μ' έκοψαν με χώρισαν στα δυο, Πάσχα των Ελλήνων, Σαν ένα αστέρι).