Εγώ είμαι η τιμημένη η νια
με τ΄άτιμα της κάλλη
που΄χω τρελή τη γειτονιά
Απ΄του σπιτιού μας τη γωνιά
περνούν μικροί μεγάλοι
να πάρουν γλύκας απονιά
με τ΄άτιμα της κάλλη
που΄χω τρελή τη γειτονιά
Απ΄του σπιτιού μας τη γωνιά
περνούν μικροί μεγάλοι
να πάρουν γλύκας απονιά
Εγώ είμαι εκείνη που σκορπά
σ΄όλους ματιές και χ’αδια
με δίχως κι ένα ν΄αγαπά
Κι όποιος την πόρτα μου κτυπά
στα κοιμισμένα βράδια
την λέπει πάντα να σιωπά
Μα πάλι μες στη σιγαλιά
σαν νοιώσω τ παιγνίδια
κι αρμονιστούνε τα βιολιά
Τότες πετώ με μαργιολιά
στο παραθύρι κι η ίδια
τα ξεπλερώνω με φιλιά
Μ΄αρέσει τάχα στα κρυφά
να δείχνω τα λαιμά μου
μπρος στη λαχτάρα που ρουφά…
Και καθισμένη στο σοφά
τραβώ τις φλόγες χάμου
ματιών, που η γάμπα μου αψηφά
Τη νύχτα πριν να κοιμηθώ
ξεχνώ τις γρίλιες
κι ανάβω φως για να γδυθώ…
κια νοιώθω αντίκρυ στο βυθό
των ίσκιων δίψες χίλιες
να τρώνε πάποιον πριν κρυφθώ
Στου περβολάρη που περνά
σκύβω τα δυο πανέρια
με τ΄άσπρα μπράτσα μου γυμνά
κι όπως ο κόρφος μου κρεμνά
και παίζουνε τα χέρια
και τ΄άλογό του χλιμιντρά!…
Εγώ μαι εκείνη που ακουμπά
το χέρι στο ποτήρι
κι όπου κερνάει το σεβντά
Και στην ταβέρνα μας κοντά
τραβώ τον νοικοκύρη
και σου τον βγάζω κουβαρντά
Στην άκρη του παραθυριού
τρανοί μπουρνοβαλήδες
πετούν λουλούδιατου χωριού
κια γέροι με παλικαριού
σβηστές ορμές κι ελπίδες
ψώνι ξεχνούν νοικοκυριού…
Πενα μπροστά μου ενας ψαράς
-Πόσο πουλάς το ψάρι;
-Μπαρμπούνα μου μετά χαράς
Όσο το θες!Τ΄ειναι ο παράς
μπρος τη δική σου χάρη;
Και…ξεπουλάει ο φουκαράς!
Κι είναι ο χασάπης μας καρσί
στητός μπρος στο τεζιάκι
κάνει δουλειά δουλειά χρυσή!
-Εδώ η οκά , μια και μισή!
εδώ το κιοπερδάκι…
Και…με πουλά μες το τσαρσί!
Καμιά φορά σκυφτά -σκυφτά
βλέπω φτωχό ζητιάνο
Ελεημοσύνη να ζητά
και με τα μάτια γελαστά
στην ερημιά μου επάνω
τον ελεώ μόνο μ ΄αυτή…
Κι είναι για με΄να όλοι οι φτωχοί
κι όλοι ζητιάνοι εμπρός μου
κι εγώ μαι η πλούσια η μοναχή ;
Απ΄την ψυχή μου ηλιοβροχή
σκορπώ χαρές του κόσμου
μα μένει ο ήλιος στην ψυχή
Εγώ μαι η τιμημένη νια
με τ΄άτιμά μου κάλλη
που΄χω τρελάνει το ντουνιά
Απ’ του σπιτιού μας τη γωνιά
περνούν μικροί μεγάλοι
-Εγώ μαι η όμορφη η Σμυρνιά!…
Ο Μιχαήλ Αργυρόπουλος (Σμύρνη, 1862 - Αθήνα, 4 Ιουνίου 1949) ήταν δικηγόρος, πολιτικός και ποιητής. Υπήρξε Πρόεδρος της Εταιρίας
Ελλήνων Λογοτεχνών από το 1939 έως το 1943. [Βιογραφία]