Ένα λιμάνι είναι ένας τόπος όλο χάρες, για μια ψυχή που απόκαμε από τη σκληρή πάλη της ζωής. Η άπλα τ’ ουρανού, η διαβατάρικια των σύννεφων αρχιτεκτονική, της θάλασσας η ατέλειωτη εναλλαγή των αποχρώσεων, των φάρων τα λαμπρά φωτοβολήματα, είναι ένα πρίσμα θαυματουργό όπου δίνει πάντα χαρά στα μάτια δίχως να τα κουράσει ποτέ. Τα σχήματα τα ευγενικά των καραβιών, με τις περίπλοκες αρματωσιές, καθώς σαλεύουνε στο
κύμα αρμονικά, διατηρούνε συνεχώς, μες την ψυχή, το αίσθημα της ευμορφίας και του ρυθμού. Και είναι, πριν απ’ όλα, μιαν ηδονή μυστηριώδης κι υψηλή, για κείνον που δεν του μείναν πια ούτε φιλοδοξίες ούτε περιέργειες, να κοιτάζει, ξαπλωμένος πάνω στη βίγλα ή ακουμπισμένος ήρεμα στο παραπέτασμα της προκυμαίας, όλη τούτη την κίνηση αυτών που επιστρέφουν κι αυτών που φεύγουν, αυτών που έχουν ακόμη τη δύναμη να θέλουν κάτι, τον πόθο να ταξιδέψουν και να πλουτίσουν.
κύμα αρμονικά, διατηρούνε συνεχώς, μες την ψυχή, το αίσθημα της ευμορφίας και του ρυθμού. Και είναι, πριν απ’ όλα, μιαν ηδονή μυστηριώδης κι υψηλή, για κείνον που δεν του μείναν πια ούτε φιλοδοξίες ούτε περιέργειες, να κοιτάζει, ξαπλωμένος πάνω στη βίγλα ή ακουμπισμένος ήρεμα στο παραπέτασμα της προκυμαίας, όλη τούτη την κίνηση αυτών που επιστρέφουν κι αυτών που φεύγουν, αυτών που έχουν ακόμη τη δύναμη να θέλουν κάτι, τον πόθο να ταξιδέψουν και να πλουτίσουν.
~
μτφρ: Νίκος Εγγονόπουλος
Όταν οι άγγελοι περπατούν - Ανθολογία πεζού ποιήματος,
Εκδόσεις Μεταίχμιο