Βαρέθηκα να βλέπω την σκηνή,
και σήκωσα τα μάτια μου στα θεωρεία.
Και μέσα σ' ένα θεωρείο είδα σένα
με την παράξενη εμορφιά σου, και τα διεφθαρμένα νειάτα.
Κι' αμέσως γύρισαν στον νου μου πίσω
όσα με είπανε το απόγευμα για σένα,
κ' η σκέψις και το σώμα μου συγκινηθήκαν.
Κ' ενώ εκύτταζα γοητευμένος
την κουρασμένη σου εμορφιά, τα κουρασμένα νειάτα,
το ντύσιμό σου το εκλεκτικό,
σε φανταζόμουν και σε εικόνιζα,
καθώς με είπανε το απόγευμα για σένα.
και σήκωσα τα μάτια μου στα θεωρεία.
Και μέσα σ' ένα θεωρείο είδα σένα
με την παράξενη εμορφιά σου, και τα διεφθαρμένα νειάτα.
Κι' αμέσως γύρισαν στον νου μου πίσω
όσα με είπανε το απόγευμα για σένα,
κ' η σκέψις και το σώμα μου συγκινηθήκαν.
Κ' ενώ εκύτταζα γοητευμένος
την κουρασμένη σου εμορφιά, τα κουρασμένα νειάτα,
το ντύσιμό σου το εκλεκτικό,
σε φανταζόμουν και σε εικόνιζα,
καθώς με είπανε το απόγευμα για σένα.
(1904
~
Τα Ανέκδοτα (1877-1923)