Καὶ τὰ χέρια σου σφιγγόντουσαν
στὸ κορμί μου γύρω-γύρω
κι ἔπινα μὲς ἀπ᾿ τὰ χείλη σου
γλυκειὰν ἄχνα σὰν τὸ μύρο.
Κι ἔπινα μὲς ἀπ᾿ τὰ χείλη σου
γλυκειὰν ἄχνα σὰν τὸ μύρα
κι ἦταν ἄσπρο τὸ κρεβάτι μας
κι οἱ μπερντέδες σὰν πορφύρα.
στὸ κορμί μου γύρω-γύρω
κι ἔπινα μὲς ἀπ᾿ τὰ χείλη σου
γλυκειὰν ἄχνα σὰν τὸ μύρο.
Κι ἔπινα μὲς ἀπ᾿ τὰ χείλη σου
γλυκειὰν ἄχνα σὰν τὸ μύρα
κι ἦταν ἄσπρο τὸ κρεβάτι μας
κι οἱ μπερντέδες σὰν πορφύρα.
Ἦσαν οἱ μπερντέδες κόκκινοι
κι ἦταν ἄσπρο τὸ κρεβάτι.
Κι ὅλο λίγωνε, κι ὅλο μέλωνε
τὸ γλυκό, γλυκό σου μάτι.
Κι ἔτσι, ἀγάπη μου, σὲ γλέντησα
κι ἔτσι τὴ γλυκάδα σου ἤπια,
μέσα στ᾿ ἄνομα ἀγκαλιάσματα,
τὰ ἄνομα τὰ καρδιοχτύπια.
Κι ἀπ᾿ τὴ γλύκα ποθοπλάνταζε
τὸ κορμί σου καὶ τὸ μάτι
κι ἦσαν οἱ μπερντέδες κόκκινοι
κι ἦταν ἄσπρο τὸ κρεβάτι.
Ο Ναπολέων Λαπαθιώτης (Αθήνα, 1888 – Αθήνα, 1944) ήταν Έλληνας ποιητής
του μεσοπολέμου. Η μητέρα του, Βασιλική Παπαδοπούλου, ήταν ανιψιά του
Χαρίλαου Τρικούπη. Άρχισε να γράφει ποιήματα από παιδί. Έζησε για
περισσότερα από 40 χρόνια στο διώροφο νεοκλασικό της οικογένειάς του
κάτω από τον λόφο του Στρέφη, στην Αθήνα. Εκεί έγραψε το μεγαλύτερο
μέρος του ποιητικού έργου του αλλά και εκεί αυτοκτόνησε τη νύχτα της 7ης
προς 8η Ιανουαρίου 1944, φτωχός και καταπονημένος από τα ναρκωτικά. Η
κηδεία του έγινε με έρανο των φίλων του. Εκτός από ποιήματα, έγραψε
επίσης πάνω από 100 πεζογραφήματα, πολλές δεκάδες διηγήματα, καθώς και
επιφυλλίδες και κριτικά και αισθητικά κείμενα. Το έργο του βρίσκεται
διασκορπισμένο σε περιοδικά και εφημερίδες. Η μοναδική του ποιητική
συλλογή δημοσιεύτηκε το 1939, ενώ μετά τον θάνατό του, ο Άρης Δικταίος
εξέδωσε, το 1964, τα ποιήματά του. [Βιογραφία]