Ζω στη φεγγοβολή
που προχωράει
ολόγιομα ειν’ τα χέρια μου
με πόθους
κι ο κόσμος είναι όμορφος πολύ,
μοσκοβολάει
που προχωράει
ολόγιομα ειν’ τα χέρια μου
με πόθους
κι ο κόσμος είναι όμορφος πολύ,
μοσκοβολάει
Τα μάτια μου λιμπίστηκαν
τα δέντρα
τα δέντρα που γιομίσανε ελπίδες
και ντύθηκαν την πράσινη στολή
το λιόχαρο δρομάκι προχωράει
σ’ ολόδροσο χαλί
κι απ’ το φεγγίτη με καλεί
στις πράσινες νησίδες
Κι ούτε μυρίζομαι τα φάρμακα
Τ’ αναρωτήριο πια δε μου βρωμάει
-θ’ ανοίξουν τα γαρούφαλα
-η ώρα η καλή!-
Τί τάχα αν είσαι φυλακή;
-Να μη λυγάς!
αυτό ειν’ όλο.
Δεν είναι άλλη συμβουλή.
τα δέντρα
τα δέντρα που γιομίσανε ελπίδες
και ντύθηκαν την πράσινη στολή
το λιόχαρο δρομάκι προχωράει
σ’ ολόδροσο χαλί
κι απ’ το φεγγίτη με καλεί
στις πράσινες νησίδες
Κι ούτε μυρίζομαι τα φάρμακα
Τ’ αναρωτήριο πια δε μου βρωμάει
-θ’ ανοίξουν τα γαρούφαλα
-η ώρα η καλή!-
Τί τάχα αν είσαι φυλακή;
-Να μη λυγάς!
αυτό ειν’ όλο.
Δεν είναι άλλη συμβουλή.
~
Από το βιβλίο «ΝΑΖΙΜ ΧΙΚΜΕΤ, ποιήματα (εκλογή από έργο του)», εκδόσεις ΜΟΣΧΟΣ.
(Ανατύπωση από την έκδοση του 1953, από το «Εκδοτικό Νέα Ελλάδα»).
Δεν αναφέρεται ο μεταφραστής.
(Ανατύπωση από την έκδοση του 1953, από το «Εκδοτικό Νέα Ελλάδα»).
Δεν αναφέρεται ο μεταφραστής.