Τρία πεσμένα δέντρα
Φράξανε το μονοπάτι.
Από τον ξυλοκόπο ξεχασμένα δέντρα
Κρυφομιλούν, σαν τους τυφλούς, αγκαλισμένα.
Στο βασίλεμα του ο ήλιος
Βάφει με το αίμα του τα τσακισμένα κλωνάρια
Κι απ τους φλοιούς τους ξεσχισμένους παίρνει
Ο αγέρας το άρωμά του.
Το ένα στραμπουλισμένο χέρι,
Πελώριο κι όλο φύλλα,
Το άλλο ζητάει,
Φράξανε το μονοπάτι.
Από τον ξυλοκόπο ξεχασμένα δέντρα
Κρυφομιλούν, σαν τους τυφλούς, αγκαλισμένα.
Στο βασίλεμα του ο ήλιος
Βάφει με το αίμα του τα τσακισμένα κλωνάρια
Κι απ τους φλοιούς τους ξεσχισμένους παίρνει
Ο αγέρας το άρωμά του.
Το ένα στραμπουλισμένο χέρι,
Πελώριο κι όλο φύλλα,
Το άλλο ζητάει,
Και μοιάζουν οι πληγές τους,
Σαν μάτια ζωντανών, γεμάτα παρακάλια.
Από τον ξυλοκόπο ξεχασμένα δέντρα,
Σαν πέσει η νύχτα εγώ θα έρθω σιμά σας,
Μες στην καρδιά μου θα δεχτώ,
Την ευγενική ρετσίνα σας, φωτιά που θα μου γίνει..
Κι αγκαλιασμένους και βουβούς,
Θα μας ανακαλύψει η αυγή,
Σπαρακτικό ένα ξόδι!
~
Νέα Εστία τεύχος 1034 1 Αυγούστου 1970
Απόδοση: Γ.Δ Χουρμουζιάδης