Κύριε, γυναίκα ἁμαρτωλή, πολλά,
πολλά, θολά, βαριὰ τὰ κρίματά μου.
Μά, ὦ Κύριε, πῶς ἡ θεότης Σου μιλᾶ
μέσ᾿ στὴν καρδιά μου!
Κύριε, προτοῦ Σὲ κρύψ᾿ ἡ ἐντάφια γῆ
ἀπὸ τὴ δροσαυγὴ λουλούδια πῆρα
πολλά, θολά, βαριὰ τὰ κρίματά μου.
Μά, ὦ Κύριε, πῶς ἡ θεότης Σου μιλᾶ
μέσ᾿ στὴν καρδιά μου!
Κύριε, προτοῦ Σὲ κρύψ᾿ ἡ ἐντάφια γῆ
ἀπὸ τὴ δροσαυγὴ λουλούδια πῆρα
κι ἀπ᾿ τῆς λατρείας τὴν τρίσβαθη πηγὴ
Σοῦ φέρνω μύρα.
Οἶστρος μὲ σέρνει ἀκολασίας… Νυχτιά,
σκοτάδι ἀφέγγαρο, ἄναστρο μὲ ζώνει,
τὸ σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας φωτιὰ
μὲ καίει, μὲ λιώνει.
Ἐσὺ ποὺ ἀπὸ τὰ πέλαα τὰ νερὰ
τὰ ὑψώνεις νέφη, πάρε τα, Ἔρωτά μου,
κυλᾶνε, εἶναι ποτάμια φλογερὰ
τὰ δάκρυά μου.
Γύρε σ᾿ ἐμέ. Ἡ ψυχὴ πῶς πονεῖ!
Δέξου με Ἐσὺ ποὺ δέχτηκες καὶ γείραν
ἄφραστα ὡς ἐδῶ κάτου οἱ οὐρανοί.
καὶ σάρκα ἐπῆραν.
Στ᾿ ἄχραντά Σου τὰ πόδια, βασιλιᾶ
μου Ἐσὺ θὰ πέσω καὶ θὰ στὰ φιλήσω,
καὶ μὲ τῆς κεφαλῆς μου τὰ μαλλιὰ
θὰ στὰ σφουγγίσω.
Τ᾿ ἄκουσεν ἡ Εὔα μέσ᾿ στὸ ἀποσπερνὸ
τῆς παράδεισος φῶς ν᾿ ἀντιχτυπᾶνε,
κι ἀλαφιασμένη κρύφτηκε… Πονῶ,
σῶσε, ἔλεος κάνε.
Ψυχοσῶστ᾿, οἱ ἁμαρτίες μου λαός,
Τὰ ἀξεδιάλυτα ποιὸς θὰ ξεδιαλύσῃ;
Ἀμέτρητό Σου τὸ ἔλεος, ὁ Θεός!
Ἄβυσσο ἡ κρίση.
Ο Κωστής Παλαμάς (Πάτρα, 1859 - Αθήνα, 27 1943) ήταν ποιητής,
πεζογράφος, θεατρικός συγγραφέας, ιστορικός και κριτικός της
λογοτεχνίας. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές, με
σημαντική συνεισφορά στην εξέλιξη και ανανέωση της νεοελληνικής
ποίησης. Αποτέλεσε κεντρική μορφή της λογοτεχνικής γενιάς του 1880,
πρωτοπόρος, μαζί με τον Νίκο Καμπά και τον Γεώργιο Δροσίνη, της
αποκαλούμενης Νέας Αθηναϊκής (ή Παλαμικής) σχολής. Η κηδεία του έμεινε
ιστορική, καθώς μπροστά σε έκπληκτους Γερμανούς κατακτητές, χιλιάδες
κόσμου τον συνόδευσαν στην τελευταία του κατοικία, στο Α΄ νεκροταφείο
Αθηνών, ψάλλοντας τον εθνικό ύμνο. Η οικία του Παλαμά στην Πάτρα σώζεται
ως σήμερα στην οδό Κορίνθου 241. [Βιογραφία]