Ξέρω πως είσαι μέσα μου
κι ωστόσο
θαρρώ πως απ' τον έξω κόσμο θα 'ρθεις
Ακούω τα βήματά σου να πλησιάζουν
από τα βάθη μακρυνού διαδρόμου
Άλλοτε λυπημένα με κοιτάς
μέσ' απ' το φως φανταστικής οθόνης
μου δείχνεις ένα πέτρινο πηγάδι
κι ένα παιδί στο φιλιατρό
να κλαίει
Κάποτε σκοτεινιάζεις και γεμίζεις
κι ωστόσο
θαρρώ πως απ' τον έξω κόσμο θα 'ρθεις
Ακούω τα βήματά σου να πλησιάζουν
από τα βάθη μακρυνού διαδρόμου
Άλλοτε λυπημένα με κοιτάς
μέσ' απ' το φως φανταστικής οθόνης
μου δείχνεις ένα πέτρινο πηγάδι
κι ένα παιδί στο φιλιατρό
να κλαίει
Κάποτε σκοτεινιάζεις και γεμίζεις
τον ύπνο μου κεριά και μαύρα ρούχα
και σε φοβάμαι μέσα στην αγάπη
και σε φοβάμαι
μέσα στην ελπίδα
Όμως
καμιά φορά
χαμογελάς
με τόση τρυφερότητα με τόση
παιδική μνήμη
που άξαφνα
διακρίνω - κάπου στα βάθη των
διαλογισμών
κάπου στα μάκρη ενός
χαμένου κόσμου -
πρόσωπα που εξαγνίζονται στο φως
πράγματα που εξαχνίζονται
στη δόξα
Σαν να 'χει κάπου ο χρόνος σταθεί
Σαν να 'χει κάπου κι ο Θεός
πατρίδα
~
Από τη συλλογή "Ο απόπλους"
Ο Ορέστης Αλεξάκης γεννήθηκε στην Κέρκυρα το 1931. Σπούδασε νομικά και
δικηγόρησε στην Αθήνα έως το 1991. Έζησε κατά κύριο λόγο στην ιδιαίτερη
πατρίδα του. Κυκλοφόρησαν οκτώ ποιητικές συλλογές του, ενώ φιλολογικά
του μελετήματα, δοκίμια και βιβλιοκριτικά του σχόλια δημοσιεύτηκαν κατά
καιρούς σε διάφορα περιοδικά. Είχε τιμηθεί με το βραβείο Νικηφόρου
Βρεττάκου. Έφυγε από τη ζωή στις 16 Μαΐου 2015, σε ηλικία 84 ετών. [Βιογραφία]