Χριστέ μου
γιατί φόρεσες αυτό το μακρύ πένθιμο φουστάνι
κι αυτά τ΄ αγκάθια στο κεφάλι σου;
Χάθηκαν τα λουλούδια;
'Η τάχατε αν φορούσες παπαρούνες
πάνου στ΄ αχτένιστα μαλλιά
δε θα σ΄ ανοίγανε την πόρτα τ΄ ουρανού;
Μη χαμογελάς που χω κι εγώ δεμένο το κεφάλι
Έλα να πιαστούμε απ το χέρι σαν παιδιά
και να πάμε στους αγρούς να σε μάθω φλογέρα
Πάμε να σου κόψω τα λυπημένα σου μαλλιά
με το ίδιο μεγάλο ψαλίδι που κουρεύουνε τα πρόβατα
Και να δεις , ο Θεός θα μας αγαπήσει,
θα μας βάλει να κάτσουμε στα πόδια του
και θα χαμογελάσει γλυκά
καθώς εμείς θα στολίζουμε τα μακριά μουστάκια του με μαργαρίτες.
Κι όταν βραδιάσει θα ζέψουμε το μικρό του τ’ αμάξι που το
σέρνουν οι γρύλλοι και θα περάσουμε στη μέση του παραδείσου
ενώ οι άγγελοι θ’ ανάβουν τ’ αστέρια για να φωτίζουν
τ’ άλλα παιδάκια που μείνανε κάτου στον κάμπο...”
~
Από τo "Όνειρο καλοκαιρινού μεσημεριού"
γιατί φόρεσες αυτό το μακρύ πένθιμο φουστάνι
κι αυτά τ΄ αγκάθια στο κεφάλι σου;
Χάθηκαν τα λουλούδια;
'Η τάχατε αν φορούσες παπαρούνες
πάνου στ΄ αχτένιστα μαλλιά
δε θα σ΄ ανοίγανε την πόρτα τ΄ ουρανού;
Μη χαμογελάς που χω κι εγώ δεμένο το κεφάλι
Έλα να πιαστούμε απ το χέρι σαν παιδιά
και να πάμε στους αγρούς να σε μάθω φλογέρα
Πάμε να σου κόψω τα λυπημένα σου μαλλιά
με το ίδιο μεγάλο ψαλίδι που κουρεύουνε τα πρόβατα
Και να δεις , ο Θεός θα μας αγαπήσει,
θα μας βάλει να κάτσουμε στα πόδια του
και θα χαμογελάσει γλυκά
καθώς εμείς θα στολίζουμε τα μακριά μουστάκια του με μαργαρίτες.
Κι όταν βραδιάσει θα ζέψουμε το μικρό του τ’ αμάξι που το
σέρνουν οι γρύλλοι και θα περάσουμε στη μέση του παραδείσου
ενώ οι άγγελοι θ’ ανάβουν τ’ αστέρια για να φωτίζουν
τ’ άλλα παιδάκια που μείνανε κάτου στον κάμπο...”
~
Από τo "Όνειρο καλοκαιρινού μεσημεριού"