Είναι στιγμές που την καρδιά μού ανοίγει
Πικρό, βαρύ, θανατερό μαράζι
Μεσάνυχτου σκοτάδι την αδράζει
Κι η ζοφερή μαυρίλα λέω την πνίγει
Κι όξω ευλογία Θεού! στο φως τυλίγει
Τα πάντα ο ήλιος και θερμά αγκαλιάζει
Τη γη που απ' τα φιλιά του αναγαλλιάζει
Και στη χαρά της χάρη η γλύκα σμίγει
Να βρώ ησυχία στου χάρου την αγκάλη
Ο πόθος φλογερός με σπρώχνει.
Κι η γλυκειά σου η λαλιά και τ' αργυρό σου
Το γέλιο που τ' ακούν μαζί μου κι άλλοι
Κι η αγγελική ματιά σου που με διώχνει
Μου λέν νομίζω σπλαχνικά: νεκρώσου.
~
Πικρό, βαρύ, θανατερό μαράζι
Μεσάνυχτου σκοτάδι την αδράζει
Κι η ζοφερή μαυρίλα λέω την πνίγει
Κι όξω ευλογία Θεού! στο φως τυλίγει
Τα πάντα ο ήλιος και θερμά αγκαλιάζει
Τη γη που απ' τα φιλιά του αναγαλλιάζει
Και στη χαρά της χάρη η γλύκα σμίγει
Να βρώ ησυχία στου χάρου την αγκάλη
Ο πόθος φλογερός με σπρώχνει.
Κι η γλυκειά σου η λαλιά και τ' αργυρό σου
Το γέλιο που τ' ακούν μαζί μου κι άλλοι
Κι η αγγελική ματιά σου που με διώχνει
Μου λέν νομίζω σπλαχνικά: νεκρώσου.
~
Κωνσταντίνος Θεοτόκης, Τα Σονέτα,
Εισαγωγή - Επιμέλεια: Ορέστης Αλεξάκης,
Ωκεανίδα 1999
Εισαγωγή - Επιμέλεια: Ορέστης Αλεξάκης,
Ωκεανίδα 1999
Ο Στέφανος-Κωνσταντίνος Θεοτόκης (Κέρκυρα, 1872 – Κέρκυρα, 1923) ήταν
συγγραφέας και μεταφραστής, σημαντικός εκπρόσωπος της Επτανησιακής
Σχολής. Ασχολήθηκε τόσο με την πεζογραφία όσο και με την ποίηση, ενώ
μετέφρασε έργα των Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον Γκαίτε και
άλλων. [Βιογραφία]