Ταξίδεψα πολύ εκεί στις χώρες με το χρυσό,
κι είδα πολλά κράτη ευειδή αλλά και βασίλεια·
μα και στα δυτικά νησιά ξόδεψα πολλά μίλια
που οι βάρδοι υμνούν τον Απόλλωνα, τον πιο ’μορφο θεό.
Μου λεν συχνά για μιας χώρας την απεραντοσύνη,
που ο δασυφρύδης Όμηρος την είχε για πατρίδα·
μα ως τα τώρα τέτοια γαλήνη κι ομορφιά δεν είδα
ώσπου συνάντησα του Τσάπμαν τη μεγαλοσύνη:
κι είδα πολλά κράτη ευειδή αλλά και βασίλεια·
μα και στα δυτικά νησιά ξόδεψα πολλά μίλια
που οι βάρδοι υμνούν τον Απόλλωνα, τον πιο ’μορφο θεό.
Μου λεν συχνά για μιας χώρας την απεραντοσύνη,
που ο δασυφρύδης Όμηρος την είχε για πατρίδα·
μα ως τα τώρα τέτοια γαλήνη κι ομορφιά δεν είδα
ώσπου συνάντησα του Τσάπμαν τη μεγαλοσύνη:
Τότε ένιωσα σαν τον παρατηρητή του αιθέρα
που είδε νέο πλανήτη να κολυμπά στο οπτικό πεδίο·
ή τον αετομάτη Κορτέζ να στέκεται εκεί πέρα
βουβός μπρος στου Ειρηνικού τ’ απέραντο ενυδρείο –
ενώ οι άντρες του ενεοί καταριούνται τη μέρα
σιωπηλοί, πάνω στου Ντάριεν το πιο ψηλό σημείο.