Νὰ ζεῖς στὴν ἴδια πολιτεία παντοτινὰ
καὶ νὰ ’χεις τῶν ἀναχωρήσεων τὴ μανία,
μὰ φεύγοντας ἀπ’ τὸ γραφεῖο τὰ βραδινὰ
νὰ κάνεις ὀφθαλμοπορνεία στὰ καφενεῖα.
Ἄλλοτες εἴχαμε τὰ πλοῖα κρυφὸ σκοπό,
μὰ ὁ κόσμος ἔγινε σὰν ἀδειανὴ φυλλάδα,
εἶναι τὸ ἴδιο πιὰ νὰ μένεις στὴν Ἑλλάδα
Τὰ φορτηγὰ εἶναι κακοτάξιδα κι ἀργοῦν,
μὲς στὰ ποστάλια πλήττεις, βλέποντας τουρίστες·
τὸ νὰ φορτώνεις μῆνες ρύζια στὸ Ραγκοῦν
εἶν’ ἕνα πράμα ποὺ σκοτώνει τοὺς ἀρτίστες.
Οἱ πόλοι γίνανε σὲ μᾶς πολὺ γνωστοί,
θαυμάσαμε πολλὲς φορὲς τὸ Βόρειο Σέλας,
κι ἔχουν οἱ πάγοι χρόνια τώρα σκεπαστεῖ
ἀπὸ ἀδειανὰ κουτιὰ σπανιόλικης σαρδέλας.
Στὴν Ταϊτὴ ἔζησε μῆνες κι ὁ Λοτί·
ἂν πᾶς λιγάκι παρακάτου στὶς Μαρκίζες,
ποὺ ἄλλοτες τρώγανε μπανάνες κι ἄγριες ρίζες,
καλλυντικὰ τώρα πουλᾶνε τοῦ Coty.
Οἱ Γιαπωνέζες, τὰ κορίτσια στὴ Χιλὴ
κι οἱ μαῦρες του Μαρόκου, ποὺ πουλᾶνε μέλι,
ἔχουν σὰν ὅλες τὶς γυναῖκες τὰ ἴδια σκέλη
καὶ δίνουν μὲ τὸν ἴδιο τρόπο τὸ φιλί.
Ἡ αὐτοκτονία, προνόμια στὰ θηλυκὰ –
κάποτες κάναμε κι μεῖς αὐτὴ τὴ σκέψη.
Πεθαίνεις πιὸ σιγὰ μὲ τὰ ναρκωτικά,
μὰ τελευταῖα τὰ ’χουν κι αὐτὰ πολὺ νοθέψει.
~
Μαραμπού (1933)