Χαρά της νύχτας ω φώτα ηχηρά
θαυμάσιο βράδυ
ο έγχρωμος θόρυβος της πόλεως
τη μοναξιά μου διαιρούσε πότε κίτρινη
βάφοντας πράσινο το περπάτημα.
Είχε λευκά σημάδια η αγάπη.
Στοπ. Επιστροφή.
Είχε λευκά σημάδια του κόσμου η ταραχή.
Τα νέφη αόρατα.
Όχι.
Στις ερημιές του φεγγαριού μέσ' στα κλήματα
μαρμαίρει ο άγγελος ενώ
γελιέται ο θάνατος και η νύχτα
διασκεδάζει με διάττοντες.
Όχι, όχι.
Ο χρόνος πλησιάζει τα οράματα
νυχοπατώντας.
Απληστία!
Έπρεπε να βυθίσω περισσότερο
τη θλίψη μέσα στην ψυχή μου.
Όχι.
Στολίζει την έκταση ο γρύλος.
Η νύχτα κατεβαίνει τη σκάλα του σκοταδιού
κάθεται στον έρωτα της Μαίρης.
Έρημες αναπνέουν στους κήπους οι προτομές.
Στοπ. Όλα σβήνονται.
Θέλω να βγω απ΄ τις λέξεις
βαρέθηκα.
Ν' ακούω καλύτερα στο απέναντι μπαλκόνι
τι λένε οι δυο μόνιμες γριές
που κάθονται με τις ώρες.
~
Από το βιβλίο Δεύτερη εποχή
Ο Νίκος Καρούζος (Ναύπλιο, 1926 - Αθήνα, 1990) ήταν ποιητής της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς. Κατά τη διάρκεια των γυμνασιακών του χρόνων ο Καρούζος έδρασε στην ΕΠΟΝ και εξορίστηκε στην Ικαρία (1947) και στη Μακρόνησο (1951), από όπου έφυγε τελικά το 1953 μετά από νευρικό κλονισμό. Σπούδασε νομικά και πολιτικές επιστήμες στην Αθήνα, δεν ολοκλήρωσε όμως τις σπουδές του, καθώς ήδη από το 1941 είχε στραφεί στην ποίηση. Το 1949 πραγματοποίησε την πρώτη επίσημη εμφάνισή του στο χώρο των γραμμάτων με τη δημοσίευση του ποιήματός του "Σίμων ο Κυρηναίος" στο περιοδικό "Ο Αιώνας μας". Η πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο "Η επιστροφή του Χριστού" εκδόθηκε το 1954. Στους λογοτεχνικούς κύκλους έγινε πιο γνωστός στη δεκαετία του ’60 με τις συλλογές "Η έλαφος των άστρων", "Ο υπνόσακκος" και "Πενθήματα". Ακολούθησαν πολλές ακόμη συλλογές και συγκεντρωτικές εκδόσεις των ποιημάτων του ως τη συγγραφή του τελευταίου του ποιητικού έργου "Αιώρηση", γραμμένου στις 29 Αυγούστου 1990 στο νοσοκομείο Υγεία, όπου ο ποιητής νοσηλευόταν τα δύο τελευταία χρόνια της ζωής του, άρρωστος από καρκίνο. Συνεργάστηκε με τα περιοδικά όπως "Νέα Εστία", "Αθηναϊκά Γράμματα", "Ευθύνη", "Σπείρα", "Τομές", "Η Λέξη". Τιμήθηκε με το Β΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1963), το Βραβείο της Ομάδας των Δώδεκα (1963), το Α΄ Εθνικό Βραβείο Ποίησης, από κοινού με τους Τάκη Βαρβιτσιώτη και Μίλτο Σαχτούρη (1972) και το Α΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1988). Η ποίηση του Καρούζου έχει χαρακτηρισθεί ως φιλοσοφική, θρησκευτική, μυστική, μα δεν είναι τόσο η μεταφυσική διάσταση που τη διακρίνει, αλλά «μια υπαρξιακή πλησμονή, που τον ωθεί πέρα από τα όρια του εγώ, προς τη συγχώνευση με το αισθητό σύμπαν»