Ο δρόμος χώριζε στα δύο
σε δάσος φθινοπωρινό
δεν ήξερα ποιόν να διαλέξω
(πώς και τους δυό να ταξιδέψω;)
κι αγνάντευα τον έναν ως
που έστριβε στα χαμόκλαδα
Και ύστερα, τον άλλο πήρα
-υπήρχε λόγος για αυτό
μού φάνηκε πιο ταιριαστό
γιατ' ήταν πιό χορταριασμένος
κι έπρεπε να τον στρώσω εγώ
Ανοίγονταν περίπου ίδιοι
στρωμένοι φύλλα απάτητα
κι είπα «τον πρώτο άλλη φορά!»
αλλά ο δρόμος φέρνει δρόμο
και γυρισμό δεν έχει πιά
Αναστενάζοντας θα λέω
χρόνια πολλά, καιρούς μετά:
«πήρα τον λιγότερο ταξιδεμένο
απ΄ τους δυό δρόμους, και αυτό