Οι δείχτες κοκαλιάσανε κι αυτοί στην ίδια ώρα.
Όλα αργούν πολύ να τελειώσουνε το βράδυ, όσο
κι αν τρέχουν γρήγορα οι μέρες και τα χρόνια
κι αν τρέχουν γρήγορα οι μέρες και τα χρόνια
Εγώ, συλλογίζομαι το γέρο συμβολαιογράφο του τελευταίου πατώματος,
με το σκοτωμένο γιο, που δεν τον είδα ούτε και σήμερα. Έχει μήνας να φανεί.
με το σκοτωμένο γιο, που δεν τον είδα ούτε και σήμερα. Έχει μήνας να φανεί.
Στο λιμάνι τα μπορντέλα παραγεμίσανε από το πλήρωμα
των καινούριων αντιτορπιλικών κι οι μάρκες πέφτουνε γραμμή.
των καινούριων αντιτορπιλικών κι οι μάρκες πέφτουνε γραμμή.
Η θερμάστρα κουρασμένη τόσα χρόνια έμεινε πάλι φέτος
σε μια τιμητική διαθεσιμότητα.
σε μια τιμητική διαθεσιμότητα.
«Το πολυαγαπημένο μας αγγελούδι (εδώ θα μπει το όνομα,
που για τώρα δεν έχει σημασία), ετών 8 κτλ. κτλ.»
που για τώρα δεν έχει σημασία), ετών 8 κτλ. κτλ.»
Στην οδό Αιγύπτου (πρώτη πάροδος δεξιά) τα κορίτσια κοκαλιασμένα
περιμένανε απ’ ώρα τον Ισπανό με τα τσιγαρόχαρτα.
περιμένανε απ’ ώρα τον Ισπανό με τα τσιγαρόχαρτα.
Κι εγώ ο ίδιος δεν το πιστεύω αλλά προσπαθώ να σε πείσω οπωσδήποτε,
πως αυτό το πράγμα στη γωνιά ήτανε κάποτε σαν κι εσένα.
Με πρόσωπο και με κεφάλι.
πως αυτό το πράγμα στη γωνιά ήτανε κάποτε σαν κι εσένα.
Με πρόσωπο και με κεφάλι.
Οσονούπω όμως, ας τ’ ομολογήσουμε, ο καιρός διορθώνεται και νά που
στο διπλανό κέντρο άρχισαν κιόλας οι δοκιμές.
στο διπλανό κέντρο άρχισαν κιόλας οι δοκιμές.
Αύριο είναι Κυριακή.
Σιγά σιγά αδειάσανε οι δρόμοι και τα σπίτια, όμως
ακόμη κάποιος έμεινε και τρέχει να προφτάσει
ακόμη κάποιος έμεινε και τρέχει να προφτάσει
Και ρυθμικά χτυπήσανε μια μια οι ώρες κι ανοίξανε πόρτες και παράθυρα
μ’ εξαίσιες αποκεφαλισμένες μορφές
μ’ εξαίσιες αποκεφαλισμένες μορφές
Ύστερα ήρθανε τα λάβαρα, οι σημαίες κι οι φανφάρες κι οι τοίχοι γκρεμιστήκανε
απ’ τις άναρθρες κραυγές
απ’ τις άναρθρες κραυγές
Πτώματα ακέφαλα χορεύανε τρελά και τρέχανε σα μεθυσμένα
όταν βαρούσανε οι καμπάνες
όταν βαρούσανε οι καμπάνες
Τότε, θυμάσαι, που μου λες: Ετέλειωσεν ο πόλεμος!
Όμως ο Πόλεμος δεν τέλειωσεν ακόμα.
Γιατί κανένας πόλεμος δεν τέλειωσε ποτέ!
~
Ο Μανόλης Αναγνωστάκης (Θεσσαλονίκη, 1925 – Αθήνα, 2005) ήταν ποιητής
της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς. Άσκησε το επάγγελμα του ακτινολόγου στη
Θεσσαλονίκη και το 1978 μετεγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Για την πολιτική
του δράση στο φοιτητικό κίνημα φυλακίστηκε στο διάστημα 1948-1951, ενώ
το 1949 καταδικάστηκε σε θάνατο από έκτακτο στρατοδικείο. Εμφανίστηκε
στα γράμματα νεότατος, στη διάρκεια της Κατοχής, στο περιοδικό "Πειραϊκά
Γράμματα" (1942) και στο φοιτητικό περιοδικό "Ξεκίνημα" (1944). Του
τελευταίου περιοδικού διετέλεσε και αρχισυντάκτης, από το τεύχος 1 (15
Φεβρ. 1944) μέχρι και το 11-12 (1 και 15 Οκτ. 1944). Δημοσίευσε ποιήματα
και κριτικά σημειώματα σε πολλά περιοδικά, ενώ είχε πυκνή παρουσία στην
εφημερίδα "Αυγή", με κείμενα για θέματα λογοτεχνικά και πολιτικά.
Εξέδωσε το περιοδικό "Κριτική" (Θεσσαλονίκη, 1959-1961), υπήρξε μέλος
της εκδοτικής ομάδας των "Δεκαοχτώ κειμένων" (1970), των "Νέων κειμένων"
και του περιοδικού "Η συνέχεια" (1973). Έγραψε ποίηση, κριτικά κείμενα
και δοκίμια: "Εποχές", 1945, "Εποχές 2", 1948, "Εποχές 3", 1951, "Η
συνέχεια", 1954, "Τα ποιήματα 1941-1956" (συγκεντρωτική έκδοση των
τεσσάρων πρώτων ποιητικών συλλογών, μαζί με τις "Παρενθέσεις" και το "Η
συνέχεια 2"), 1956, "Η συνέχεια 3", 1962, "Υπέρ και κατά", 1965, "Τα
ποιήματα", 1971 (συγκεντρωτική έκδοση όλων των προηγούμενων ποιητικών
συλλογών καθώς και του "Στόχου", που ένα μέρος του περιλήφθηκε στα
"Δεκαοχτώ κείμενα"), "Αντιδογματικά, άρθρα και σημειώματα", 1978, "Το
περιθώριο '68-'69", 1979, "Μανούσος Φάσσης: παιδική μούσα", 1980, "ΥΓ.",
1992, "Τα συμπληρωματικά", 1985, "Μανούσος Φάσσης: ο κατήφορος", 1986,
"Ο ποιητής Μανούσος Φάσσης. Η ζωή και το έργο του. Μια πρώτη απόπειρα
κριτικής προσέγγισης", 1987, "Η χαμηλή φωνή. Τα λυρικά μιας άλλης εποχής
στους παλιούς ρυθμούς-μια προσωπική ανθολογία του Μανόλη Αναγνωστάκη",
1990. Ποιήματά του μεταφράστηκαν στα αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά,
ιταλικά και μελοποίησαν ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Θάνος Μικρούτσικος, η
Αγγελική Ιονάτου και ο Μιχάλης Γρηγορίου. Πέθανε σε ηλικία 80 ετών, στην
Αθήνα, τα ξημερώματα της Πέμπτης 23 Ιουνίου 2005. [Βιογραφία]