Μολιέρος (Molière)

«Ο κατά φαντασίαν ασθενής» (1673)

Μολιέρος (Molière)

«Ο Ταρτούφος» (1664)

Μολιέρος (Molière)

«Ο αρχοντοχωριάτης» (1670)

Ουίλλιαμ Σαίξπηρ

«Όνειρο Θερινής Νυκτός»

Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα

«Ματωμένος Γάμος»

Αντουάν Ντε Σαιντ- Εξυπερύ

«Ο μικρός πρίγκηπας»

Αντόν Τσέχωφ

«Ένας αριθμός»

Ντάριο Φο

«Ο τυχαίος θάνατος ενός Αναρχικού»

Ευγένιος Ιονέσκο

«Ρινόκερος»

Μπέρτολτ Μπρεχτ

«Αν οι καρχαρίες ήταν άνθρωποι»

722 Ποιητές - 8.171 Ποιήματα

Επιλογή της εβδομάδας..

Οδυσσέας Ελύτης, «Το Μονόγραμμα»

Θά πενθώ πάντα -- μ’ακούς; -- γιά σένα, μόνος, στόν Παράδεισο Ι Θά γυρίσει αλλού τίς χαρακιές  Τής παλάμης, η Μοίρα, σάν κλειδούχο...

Αλέξανδρος Μπάρας, «Ορυζογραφία»

Στα Μουσεία της Ασίας
σαν αυτόχθων βασιλεύς
ο Αλέξανδρος ο Μέγας
άνετα διαμένει στις προθήκες
των απέραντων εκείνων αιθουσών
με τα ψάθινα λεπτά παραπετάσματα,
τα θερμά απογεύματα,
όταν ξαφνικά ρεκάζουν κεραυνοί
και τρέμουνε τα τζάμια στα παράθυρα,
όταν σε ράβδους πέφτει το νερό
και κροταλίζουν οι βροχές
των τροπικών μουσώνων
και πλένουν τις φτερούγες τους οι φοινικιές
και λίβανος οι ευωδιές,
κανέλες και πιπέρια,
απ’ τα υαλοστάσια
περνάνε μες στις αίθουσες
και νέφη αρωματώδη πλανιούνται μες στις σάλες,
στους σιωπηλούς διάδρομους,
μυρώνουνε τα ξύλα,
τα εκθέματα εμποτίζουνε,
την όσφρηση ερεθίζουν…

(Πέταλα μακεδονικά είχαν τ’ ατίθασα άλογα
και σάγματα που εδούλεψαν οι βυρσοδέψες του Φιλίππου).

Αιώνες εικοσιτρείς κι ακόμα,
τυραννική ανάμνηση,
ανεπανάληπτο από τότε γεγονός
αυτή η εκ δυσμών επέλασις
του νέου βασιλέως
-να παραμένει απρόσβλητος απ’ τις επιδημίες,
την πείνα, τους φανατισμούς,
των ιδεών τους φοβερούς σεισμούς
κι από τις ακατάσχετες των πληθυσμών παλίρροιες!

Σαν αυτόχθων βασιλεύς
ο Αλέξανδρος ο Μέγας,
στο Νέο Δελχί, στο Πεσαβάρ,
στην Κεϋλάνη, στη Μπανγκόκ
κι ακόμα στα πιο βόρεια
στου Τόκιο το Μουσείο
μες στον κήπο του Ουένο…

Λίθους ημιπολύτιμους,
αλάβαστρα, αιματίτες,
φιλότιμοι ασιάτες εβασάνισαν
για τόσα αγαλματίδια,
για τόσες λατρευτές απεικονίσεις,
τόσες χαράξεις της μορφής του
σε κορναλίνες και σ’ αχάτες,
σε χαλκηδόνιους και λαζουρίτες,
σε σπάνια χρυσόπρασα πολύτιμα,
σ’ όνυχες και σε μαλαχίτες.

Πιο σεβαστή νομίσανε
πως θα δινόταν η μορφή του
με γενειάδα και με βοστρύχους
που θα κρατούσεν υψηλός κεφαλοδέτης.
Μπορεί να του φορέσανε
ρούχα ασιατικά ποδήρη ασημοστόλιστα,
ζώνες ποικιλοκέντητες,
βαρβαρικά σαντάλια,
καμπυλωτά μαχαίρια να του πέρασαν στη μέση,
στα χέρια του ν’ απόθεσαν τ’ ασήκωτα τα σκήπτρα τους,
ασπίδες να ‘χουν έκτυπους το Μίθρα, τον Απόλλωνα,
-αιώνες εικοστρείς κι ακόμα
τυραννική ανάμνηση,
ανεπανάληπτο από τότε γεγονός
αυτή η εκ δυσμών επέλασις
του νέου βασιλέως.

*

Βγήκα από το Μουσείο.
Στη γωνιά,
στο ρείθρο καθισμένος σταυροπόδι,
ένας σκελετωμένος ασιάτης
πικρά χαμογελώντας με καλούσε
να γράψει τ’ όνομά μου σ’ ένα ρύζι.
Στο γερακίσιο μάτι του στερέωσε
τον άσφαλτο φακό του,
τα νηστικά του δάχτυλα
με σιγουριά κρατήσαν τη βελόνα
τη χαρακτική:

Πήρα το σπυρί με τ’ όνομά μου:
Εμβαδόν μικρής περιουσίας,
εγγραφή μου στα μητρώα της Ασίας.

-Αν γινόταν, σκεφτόμουν, αν γινόταν
μοναχά ο καθένας μας να ορίζει
τόση γη όσος τόπος για ένα ρύζι…
Αν γινόταν – σκεφτόμουν – αν γινόταν…
~
Αλέξανδρος Μπάρας. Πρώτη δημοσίευση: ΕΥΘΥΝΗ. Φυλλάδιο νεοελληνικού προβληματισμού. Τεύχος 37, Ιαν. 1975.

Ευχαριστώ την Αγγελική που μου έστειλε το ποίημα
 
Ο Αλέξανδρος Μπάρας (λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Μενέλαου Αναγνωστόπουλου, 1906-1990) γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και πέθανε στην Αθήνα. Στα εφηβικά του χρόνια μετά τη Μικρασιατική καταστροφή έζησε για περισσότερο από δυο χρόνια στο Κάιρο της Αιγύπτου κοντά σε συγγενείς του. Γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, χωρίς όμως να αποφοιτήσει ποτέ. Εργάστηκε για τριανταπέντε χρόνια ως υπάλληλος του Διπλωματικού Σώματος στο ελληνικό προξενείο της Κωνσταντινούπολης και από το 1966 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Κατά τη διάρκεια της ζωής του ταξίδεψε ανά τον κόσμο. Στο χώρο της λογοτεχνίας πρωτοεμφανίστηκε με δημοσιεύσεις ποιημάτων σε εφημερίδες του Καΐρου και της Κωνσταντινούπολης. Το 1929 έγινε γνωστός στους λογοτεχνικούς κύκλους με τη δημοσίευση στο περιοδικό "Αλεξανδρινά Γράμματα" του ποιήματος "Η Κλεοπάτρα, η Σεμίραμις και η Θεοδώρα", που θεωρήθηκε πρωτοποριακό για την εποχή και το 1933 κυκλοφόρησε η ποιητική συλλογή του "Συνθέσεις". Συνεργάστηκε με τα λογοτεχνικά περιοδικά "Ρυθμός", "Νέα Εστία", "Νεοελληνικά Γράμματα", "Πειραϊκά Γράμματα", "Ποιητική Τέχνη", "Τέχνη", "Πυρσός", κ.ά. Ασχολήθηκε επίσης με την ποιητική μετάφραση (Ορχάν Βελή, Μπωντλαίρ, Ρεμπώ κ.α.), την πεζογραφία, την αρθρογραφία και την ταξιδιωτική λογοτεχνία. Οι μελετητές της νεοελληνικής λογοτεχνίας τοποθετούν το έργο του Αλέξανδρου Μπάρα στο μεταίχμιο ανάμεσα στη μεσοπολεμική και τη νεώτερη ελληνική ποίηση, η οποία συνδυάζει επιρροές από την ειρωνεία του Καβάφη, τον κοσμοπολιτισμό του Κώστα Ουράνη, το πικρό χιούμορ του Καρυωτάκη και τις τάσεις της γαλλικής συμβολιστικής ποίησης. Τίτλοι βιβλίων

Αντώνης Σαμαράκης (1919-2003)

«Το άγγελμα της ημέρας»

Μην πεις ποτέ σου: «Είναι αργά!» κι αν χαμηλά έχεις πέσει. κι αν λύπη τώρα σε τρυγά κι έχεις βαθιά πονέσει.

Κι αν όλα μοιάζουν σκοτεινά κι έρημος έχεις μείνει. μην πεις ποτέ σου: «Είναι αργά!» -τ' ακούς;- ό,τι  κι αν γίνει

Ο Μικρός Πρίγκιπας: «Αντίο», είπε η αλεπού. «Να το μυστικό μου. Είναι πολύ απλό: Μόνο με την καρδιά βλέπεις αληθινά. Την ουσία δεν τη βλέπουν τα μάτια»

𝓜πάμπης 𝓚υριακίδης