Άσε με κι εσύ λοιπόν
να παραβγαίνω μ’ άπνοους δρομείς,
να υποκινούμαι από επαναστάτες πλανημένους,
να κλυδωνίζομαι σε κύματα ανεμώλια
δίχως έρμα.
Άσε με
σαν παλιά βροχή
τις μαύρες φλέβες τ’ ουρανού να νοσταλγώ,
απ’ τον κρουνό του στέρνου σου μελάνι να ευωχούμαι,
λέξεις σκυφτές κι αμίλητες να ρίχνω
στο νερό.
Άσε με
ατείχιστο, άσε με οχυρό,
απ’ την κλαγγή σου δηωμένος να ορθωθώ
κι ύστερα στον λειμώνα σου βραδύς να σωριαστώ,
μπρος στης κοιλιάς σου τις πλαγιές
και των μαστών σου
τ’ απαράμιλλα
έρκη.
Άσε με
τελευταία φορά
σαν υποψία στυφή να σε γευτώ
πίσω απ’ της γλώσσας μου τα βάτα ν’ αληθεύεις –
στα εδέσματα τα ισχνά μιας προσμονής
ή σε μιας τύψης τα θυέστεια δείπνα,
παντού όπου αίνιγμα γυμνό
εσύ ενεδρεύεις.
Άσε με εδώ
με το αναπότρεπτο να ερίζω,
πάντοτε ευθύς να αργοπορώ στη φοβερή καμπή,
το λίγο ακόμα από το σκώμμα του ποτέ
να διεκδικώ.
Άσε σου λέω λοιπόν.
Έτσι αδέξια δόκιμος
πληγές μικρές να ορίζω.
Έτσι χωλός κι αόμματος
να κυνηγάω το φως.
~
απὸ το βιβλίο De arte amandi, εκδ. Νεφέλη, 2004
πηγή το ιστολόγιο του ποιητή
να παραβγαίνω μ’ άπνοους δρομείς,
να υποκινούμαι από επαναστάτες πλανημένους,
να κλυδωνίζομαι σε κύματα ανεμώλια
δίχως έρμα.
Άσε με
σαν παλιά βροχή
τις μαύρες φλέβες τ’ ουρανού να νοσταλγώ,
απ’ τον κρουνό του στέρνου σου μελάνι να ευωχούμαι,
λέξεις σκυφτές κι αμίλητες να ρίχνω
στο νερό.
Άσε με
ατείχιστο, άσε με οχυρό,
απ’ την κλαγγή σου δηωμένος να ορθωθώ
κι ύστερα στον λειμώνα σου βραδύς να σωριαστώ,
μπρος στης κοιλιάς σου τις πλαγιές
και των μαστών σου
τ’ απαράμιλλα
έρκη.
Άσε με
τελευταία φορά
σαν υποψία στυφή να σε γευτώ
πίσω απ’ της γλώσσας μου τα βάτα ν’ αληθεύεις –
στα εδέσματα τα ισχνά μιας προσμονής
ή σε μιας τύψης τα θυέστεια δείπνα,
παντού όπου αίνιγμα γυμνό
εσύ ενεδρεύεις.
Άσε με εδώ
με το αναπότρεπτο να ερίζω,
πάντοτε ευθύς να αργοπορώ στη φοβερή καμπή,
το λίγο ακόμα από το σκώμμα του ποτέ
να διεκδικώ.
Άσε σου λέω λοιπόν.
Έτσι αδέξια δόκιμος
πληγές μικρές να ορίζω.
Έτσι χωλός κι αόμματος
να κυνηγάω το φως.
~
απὸ το βιβλίο De arte amandi, εκδ. Νεφέλη, 2004
πηγή το ιστολόγιο του ποιητή
Ο Κώστας Κουτσουρέλης γεννήθηκε το 1967 στην Αθήνα. Σπούδασε νομικά και μεταφραστική. Έζησε στη Γερμανία. Δημοσίευσε ποίηση, κείμενα για τη σκηνή, δοκίμια, μελέτες και μεταφράσεις. Έργα του έχουν παρουσιαστεί στο Μέγαρο Μουσικής, το Μουσείο Μπενάκη, θέατρα της Αθήνας και της περιφέρειας και μελοποιήθηκαν από γνωστούς συνθέτες. Τα κριτικά του κείμενα περιστρέφονται γύρω από την εγχώρια και ξένη λογοτεχνία και σκέψη. Ανάμεσα στα βιβλία του συγκαταλέγονται το δοκίμιο "Κ. Π. Καβάφης" (2013), η ποιητική σύνθεση "Γράμμα στον Οδυσσέα Ελύτη" (2014), η μετάφραση της "Ηλιόπετρας" του Ο. Πας (β' έκδοση συμπληρωμένη, 2015) ο μονόλογος "Κρέων" και το σατιρικό "Λάμπρου Λαρέλη Vita Poetica" (αμφότερα το 2016). Τον Δεκέμβριο του 2017 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Κίχλη το εκτεταμένο ποίημά του "Νύχτα". Τον Απρίλιο του 2019 η Μικρή Άρκτος εξέδωσε το δοκίμιό του "Η τέχνη που αυτοκτονεί: Για το αδιέξοδο της ποίησης του καιρού μας". Τον Δεκέμβριο του 2019 κυκλοφόρησαν τα "Ποιήματα" του Gottfried Benn σε εισαγωγή, μετάφραση και σχολιασμό δικό του (Gutenberg) και τον Ιούλιο του 2020 ο ποιητικός κύκλος "Η κόρη μου" (Κίχλη). Τον Φεβρουάριο του 2021 κυκλοφόρησε από τον ίδιο εκδότη η ανθολογία του «1821-2021» - Η Ελλάς των Ελλήνων: Δύο αιώνες εθνικά δεινά στον καθρέφτη της ποίησης. Το πιο πρόσφατο βιβλίο του είναι η συλλογή δοκιμίων «Τι είναι και τι δεν είναι η ποίηση», Μικρή Άρκτος 2021. Επιμελήθηκε εκδόσεις βιβλίων, αφιερώματα περιοδικών, διαδικτυακούς τόπους και ανθολογίες. Συνεργάστηκε με εφημερίδες και λογοτεχνικά έντυπα. Ποιήματά του μεταφράστηκαν σε ξένες γλώσσες. Δίδαξε δημιουργική γραφή στο Ποιητικό Εργαστήριο του Ιδρύματος Σινόπουλου και λογοτεχνική μετάφραση στο ΕΚΕΜΕΛ, το κοινό Μεταπτυχιακό Πρόγραµµα των Πανεπιστημίων Αθηνών και Θεσσαλονίκης και το Ινστιτούτο Γκαίτε. To 2010 εκπροσώπησε την ελληνική ποίηση στις εκδηλώσεις "Ρουρ - Πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης" (Ruhr - Kulturhauptstadt Europas 2010). Για την ποίησή του η Ακαδημία Αθηνών του απένειμε το Βραβείο Λάμπρου Πορφύρα (2013). Για την εργασία του στους "Ύμνους στη νύχτα" του Νοβάλις τιμήθηκε το 2012 με το Βραβείο Άρη Αλεξάνδρου και το Βραβείο Λογοτεχνικής Μετάφρασης από τη Γερμανική Γλώσσα.