«[…] Φυσούσε από την ανατολή άνεμος ξερός,
Επεφταν από τον ουρανό μεγάλα αστέρια,
Στης εκκλησιάς το βάθος έκαναν δεήσεις
Για τους ναύτες που ’χαν σαλπάρει.
Κι έπλεαν ώς την όχθη μέδουσες,
Σαν αστέρια που ’χαν πέσει τη νύχτα,
Γαλάζιες φέγγαν στου νερού τα βάθη.
Οι γερανοί στον ουρανό πώς κρώζουν,
Ανήσυχα πώς τερετίζουν τα τζιτζίκια,
Πώς τραγουδά η γυναίκα του στρατιώτη τον πόνο,
Ολα με ξύπνιο αυτί τα θυμόμουν,
Μα ένα τέτοιο τραγούδι δεν ήξερα,
Για να μείνει ο πρίγκιπας μαζί μου.
Αρχισα να ονειρεύομαι συχνά ένα κορίτσι
Με στενά βραχιόλια, με κοντό φουστάνι,
Στα δροσερά της χέρια μια άσπρη φλογέρα.
Ησυχη θα καθίσει, ώρα κοιτάζει,
Και για τη λύπη μου δεν θα ρωτήσει,
Και για τη λύπη της δεν θα μιλήσει,
Μόνο στον ώμο τρυφερά με χαϊδεύει.
Πώς θα με γνωρίσει ο πρίγκιπάς μου,
Τάχα τα σημάδια μου θυμάται;
Ποιος θα του δείξει το παλιό μας σπίτι;
Το σπίτι μας είν’ εντελώς έξω από τον δρόμο. […]».
Επεφταν από τον ουρανό μεγάλα αστέρια,
Στης εκκλησιάς το βάθος έκαναν δεήσεις
Για τους ναύτες που ’χαν σαλπάρει.
Κι έπλεαν ώς την όχθη μέδουσες,
Σαν αστέρια που ’χαν πέσει τη νύχτα,
Γαλάζιες φέγγαν στου νερού τα βάθη.
Οι γερανοί στον ουρανό πώς κρώζουν,
Ανήσυχα πώς τερετίζουν τα τζιτζίκια,
Πώς τραγουδά η γυναίκα του στρατιώτη τον πόνο,
Ολα με ξύπνιο αυτί τα θυμόμουν,
Μα ένα τέτοιο τραγούδι δεν ήξερα,
Για να μείνει ο πρίγκιπας μαζί μου.
Αρχισα να ονειρεύομαι συχνά ένα κορίτσι
Με στενά βραχιόλια, με κοντό φουστάνι,
Στα δροσερά της χέρια μια άσπρη φλογέρα.
Ησυχη θα καθίσει, ώρα κοιτάζει,
Και για τη λύπη μου δεν θα ρωτήσει,
Και για τη λύπη της δεν θα μιλήσει,
Μόνο στον ώμο τρυφερά με χαϊδεύει.
Πώς θα με γνωρίσει ο πρίγκιπάς μου,
Τάχα τα σημάδια μου θυμάται;
Ποιος θα του δείξει το παλιό μας σπίτι;
Το σπίτι μας είν’ εντελώς έξω από τον δρόμο. […]».
~
Μετάφραση: Ασπασία Λαμπρινίδου
Μετάφραση: Ασπασία Λαμπρινίδου