Δε λυπούμαι, δεν κλαίω, δε φωνάζω,
Όλα θα περάσουν, σαν απ’ τις μηλιές άσπρη καπνιά.
Μες στο χρυσάφι της φθοράς όλο βουλιάζω,
Δε θα ‘μαι νέος πια ποτέ ξανά.
Αλλιώτικα πια θα χτυπάς, καρδιά μου, τώρα,
Που το κύμα σε αγγίζει της κρύας παγωνιάς,
Κι η στρωμένη με της λεύκας το βαμβάκι χώρα
Δε θα σε προκαλεί ξυπόλυτος να τριγυρνάς.
Αλήτικη διάθεση, όλο και πιο αραιά
Ταράζεις για λίγο στα χείλη τη φωτιά.
Ω, για πάντα χαμένη μου φρεσκάδα,
Αίσθημα του πάθους, του ματιού αγριάδα.
Τώρα πια οι επιθυμίες έχουν στερέψει.
Ζωή μου, ή μήπως σ’ έχω ονειρευτεί;
Σάμπως σε ροζ άλογο να έχω τρέξει
Μέσα από την άνοιξη ένα πρωί.
Στον κόσμο αυτό είμαστε όλοι περαστικοί,
Απ’ του σφένδαμνου τα φύλλα ο χαλκός αργά κυλά…
Ας είναι, λοιπόν, ευλογημένο το καθετί,
Που του έλαχε ν’ ανθίσει και να πεθάνει μια φορά.
Όλα θα περάσουν, σαν απ’ τις μηλιές άσπρη καπνιά.
Μες στο χρυσάφι της φθοράς όλο βουλιάζω,
Δε θα ‘μαι νέος πια ποτέ ξανά.
Αλλιώτικα πια θα χτυπάς, καρδιά μου, τώρα,
Που το κύμα σε αγγίζει της κρύας παγωνιάς,
Κι η στρωμένη με της λεύκας το βαμβάκι χώρα
Δε θα σε προκαλεί ξυπόλυτος να τριγυρνάς.
Αλήτικη διάθεση, όλο και πιο αραιά
Ταράζεις για λίγο στα χείλη τη φωτιά.
Ω, για πάντα χαμένη μου φρεσκάδα,
Αίσθημα του πάθους, του ματιού αγριάδα.
Τώρα πια οι επιθυμίες έχουν στερέψει.
Ζωή μου, ή μήπως σ’ έχω ονειρευτεί;
Σάμπως σε ροζ άλογο να έχω τρέξει
Μέσα από την άνοιξη ένα πρωί.
Στον κόσμο αυτό είμαστε όλοι περαστικοί,
Απ’ του σφένδαμνου τα φύλλα ο χαλκός αργά κυλά…
Ας είναι, λοιπόν, ευλογημένο το καθετί,
Που του έλαχε ν’ ανθίσει και να πεθάνει μια φορά.
μετάφραση: Γιώργος Μολέσκης