Μέσα σ’ αυτό το δωμάτιο
παρέδωσε το πνεύμα
η ωραία αθηναία κόρη
ξαπλωμένη στα μεταξωτά χιράμια
— τα ξανθά μαλλιά ξέπλεκα γύρω στην κερένια κεφαλή —
ενώ απ’ τ’ ανοιχτό παράθυρο
ακούγονταν
οι καμπάνες της Αγια-Σωτήρας
παρέδωσε το πνεύμα
η ωραία αθηναία κόρη
ξαπλωμένη στα μεταξωτά χιράμια
— τα ξανθά μαλλιά ξέπλεκα γύρω στην κερένια κεφαλή —
ενώ απ’ τ’ ανοιχτό παράθυρο
ακούγονταν
οι καμπάνες της Αγια-Σωτήρας
που βάραγαν
εσπερινό
ως την επομένη ξημέρωνε
η εορτή
του προφήτη Σαμουήλ
σ’ αυτό μέσα το δωμάτιο
συνουσιάστηκαν τα δυο φοβερά τέρατα
κι’ ευφραίνονταν
μ’ αγκομαχητά κι άγρια γρυλίσματα
κι’ αγριοφωνάρες
λες και βουργάροι υλοτόμοι
τα βάλανε με θεόρατα ελάτια
ή μάλλον
( κ α λ ύ τ ε ρ ο )
να εγκρεμιζόντουσαν
βουνά
μέσα σ’ αυτό το δωμάτιο
η γηραιά δέσποινα
πέρασε χρόνια και χρόνια
ανίας :
κουνούσε ανεπαίσθητα τα τρεμάμενα χέρια
προσπαθώντας στο σκοτεινιασμένο
και θολό μυαλό
να ξαναφέρη εικόνας των παλαιών της μεγαλείων
ίσαμε τη μέρα
που με βηματάκια αργά
ξεκίνησε— την εξεκίνησαν —
για το γεροκομείο
μέσα εδώ εγεννηθήκαν τρία παιδιά
— γόνοι τιμίας κι ευυπολύπτου οικογενείας —
που χάθηκαν
— τόπο δεν έπιασε κανένας τους —
ο ένας πήγε στην Αμερική
ο άλλος πέθανε κακήν κακώς — μπεκρής —
κι’ ο τρίτος είναι κάπου ακόμη
φαροφύλακας
εδώ — ναι εδώ μέσα : σε τούτο το δωμάτιο —
σκότωσε χέρι άτιμο εκείνο
τον παλληκαρά
«να τιμωρήση — λέει — εν τω προσώπω του την αναρχία»
κι’ έγειρ’ η λεύκα και σωριάστηκε χαμαί
και κείνη η μουντή κηλίδα
του πατώματος
κει πέρα στη γωνιά
είναι το αίμα που ποτάμι χύνονταν απ’ την πληγή
και τίποτα ποτέ
δεν είταν δυνατό
να τηνέ καθαρίση απ’ τα σανίδια
όμως αρκεί ώς εδώ : τι πάω να κάμω ;
πόσο δε θάτανε κοπιαστικό
ίσως κι αδύνατο
πάντως ατέλειωτο
και μάταιο ακόμη κι ανιαρό
να σημειώσω τώρα με τόση λεπτομέρεια
την ιστορία την ατέλειωτη
αυτού του δωματίου
(άλλοτε έμπαζαν κρεβάτια
άλλοτε τάβγαζαν
άλλοτε κει ήταν σκρίνιο
ύστερα ντουλάπα
έπειτα κασσσέλα
άλλοτε στα παράθυρα είχανε βαρειά παραπετάσματα
άλλοτε τα τζάμια έμεναν γυμνά με μόνα τα παντζούρια
σε κείνη τη γωνιά μια είχανε τα εικονίσματα
άλλες φορές παντού κρέμονταν κάντρα)
να : άνθρωποι κι άνθρωποι περάσανε και φύγανε
κι’ άλλοι — πολλοί— εδώ μέσα γεννηθήκαν
κι’ άλλους πάλι εδώ μέσα τους βάλανε στην κάσσα
και τι δεν άκουσαν οι τοίχοι αυτοί
φωνές οδύνης
και φωνές χαράς
είδανε και βαφτίσια
μουγκές απελπισιές
και στεφανώματα
(θα το ξεχνούσα : και πιάνο εδώ μέσα αντήχησε παίζοντας αβρά τη Romance du Mal-Aimé)
έζησα κι εγώ — ο γράφων — μέσ’ σε τούτο το δωμάτιο
χρόνια πολλά — φτωχά — κι ως πάντα
κι’ εδώ γιομάτος πάθος ασχολήθηκα
με τη ζωγραφική την ποίηση
τη γλυπτική
αλλά και τη φιλοσοφία και τον έρωτα
κι’ έμεινα ώρες καθισμένος
— να καπνίζω —
σε κει δα το παράθυρο
κυττάζοντας
άλλοτε τον ουρανό
κι’ άλλοτε το δρόμο
και τώρα πρέπει — φευ — κι εγώ να φεύγω
— δεν αποκλείεται άλλωστε να μου μέλλονται καλύτερα —
πάλι το ενοικιάζουν το δωμάτιο.
εσπερινό
ως την επομένη ξημέρωνε
η εορτή
του προφήτη Σαμουήλ
σ’ αυτό μέσα το δωμάτιο
συνουσιάστηκαν τα δυο φοβερά τέρατα
κι’ ευφραίνονταν
μ’ αγκομαχητά κι άγρια γρυλίσματα
κι’ αγριοφωνάρες
λες και βουργάροι υλοτόμοι
τα βάλανε με θεόρατα ελάτια
ή μάλλον
( κ α λ ύ τ ε ρ ο )
να εγκρεμιζόντουσαν
βουνά
μέσα σ’ αυτό το δωμάτιο
η γηραιά δέσποινα
πέρασε χρόνια και χρόνια
ανίας :
κουνούσε ανεπαίσθητα τα τρεμάμενα χέρια
προσπαθώντας στο σκοτεινιασμένο
και θολό μυαλό
να ξαναφέρη εικόνας των παλαιών της μεγαλείων
ίσαμε τη μέρα
που με βηματάκια αργά
ξεκίνησε— την εξεκίνησαν —
για το γεροκομείο
μέσα εδώ εγεννηθήκαν τρία παιδιά
— γόνοι τιμίας κι ευυπολύπτου οικογενείας —
που χάθηκαν
— τόπο δεν έπιασε κανένας τους —
ο ένας πήγε στην Αμερική
ο άλλος πέθανε κακήν κακώς — μπεκρής —
κι’ ο τρίτος είναι κάπου ακόμη
φαροφύλακας
εδώ — ναι εδώ μέσα : σε τούτο το δωμάτιο —
σκότωσε χέρι άτιμο εκείνο
τον παλληκαρά
«να τιμωρήση — λέει — εν τω προσώπω του την αναρχία»
κι’ έγειρ’ η λεύκα και σωριάστηκε χαμαί
και κείνη η μουντή κηλίδα
του πατώματος
κει πέρα στη γωνιά
είναι το αίμα που ποτάμι χύνονταν απ’ την πληγή
και τίποτα ποτέ
δεν είταν δυνατό
να τηνέ καθαρίση απ’ τα σανίδια
όμως αρκεί ώς εδώ : τι πάω να κάμω ;
πόσο δε θάτανε κοπιαστικό
ίσως κι αδύνατο
πάντως ατέλειωτο
και μάταιο ακόμη κι ανιαρό
να σημειώσω τώρα με τόση λεπτομέρεια
την ιστορία την ατέλειωτη
αυτού του δωματίου
(άλλοτε έμπαζαν κρεβάτια
άλλοτε τάβγαζαν
άλλοτε κει ήταν σκρίνιο
ύστερα ντουλάπα
έπειτα κασσσέλα
άλλοτε στα παράθυρα είχανε βαρειά παραπετάσματα
άλλοτε τα τζάμια έμεναν γυμνά με μόνα τα παντζούρια
σε κείνη τη γωνιά μια είχανε τα εικονίσματα
άλλες φορές παντού κρέμονταν κάντρα)
να : άνθρωποι κι άνθρωποι περάσανε και φύγανε
κι’ άλλοι — πολλοί— εδώ μέσα γεννηθήκαν
κι’ άλλους πάλι εδώ μέσα τους βάλανε στην κάσσα
και τι δεν άκουσαν οι τοίχοι αυτοί
φωνές οδύνης
και φωνές χαράς
είδανε και βαφτίσια
μουγκές απελπισιές
και στεφανώματα
(θα το ξεχνούσα : και πιάνο εδώ μέσα αντήχησε παίζοντας αβρά τη Romance du Mal-Aimé)
έζησα κι εγώ — ο γράφων — μέσ’ σε τούτο το δωμάτιο
χρόνια πολλά — φτωχά — κι ως πάντα
κι’ εδώ γιομάτος πάθος ασχολήθηκα
με τη ζωγραφική την ποίηση
τη γλυπτική
αλλά και τη φιλοσοφία και τον έρωτα
κι’ έμεινα ώρες καθισμένος
— να καπνίζω —
σε κει δα το παράθυρο
κυττάζοντας
άλλοτε τον ουρανό
κι’ άλλοτε το δρόμο
και τώρα πρέπει — φευ — κι εγώ να φεύγω
— δεν αποκλείεται άλλωστε να μου μέλλονται καλύτερα —
πάλι το ενοικιάζουν το δωμάτιο.
~
από τη συλλογή Εν ανθηρώ Έλληνι λόγω, εκδ. Ίκαρος, 1957
Νίκος Εγγονόπουλος Ποιήματα, εκδ. Ίκαρος, 2007
πηγή
από τη συλλογή Εν ανθηρώ Έλληνι λόγω, εκδ. Ίκαρος, 1957
Νίκος Εγγονόπουλος Ποιήματα, εκδ. Ίκαρος, 2007
πηγή
Ο Νίκος Εγγονόπουλος (Αθήνα, 1907 - Αθήνα, 1985) ήταν καθηγητής του Ε.Μ. Πολυτεχνείου, ζωγράφος, σκηνογράφος και ποιητής. Θεωρείται ένας από τους μείζονες εκπροσώπους της γενιάς του '30, ενώ αποτέλεσε και έναν από τους κύριους εκφραστές του υπερρεαλιστικού κινήματος στην Ελλάδα. Το έργο του περιλαμβάνει ακόμα μεταφράσεις, κριτικές μελέτες και δοκίμια. Από το 1923 (σε ηλικία 12 χρονών) μέχρι το 1927 γράφεται εσωτερικός σε ένα Λύκειο στο Παρίσι. Εκεί διδάσκεται την κλασική γαλλική ποίηση. Το 1924 το μανιφέστο του Αντρέ Μπρετόν θα επηρεάσει και τον ίδιο. Ποιήματα του Εγγονόπουλου έχουν μεταφραστεί στα γαλλικά, αγγλικά, ιταλικά, ισπανικά, δανικά, πολωνικά, ουγγρικά και τη βενετική διάλεκτο. Επιπλέον έχουν μελοποιηθεί από το Νίκο Μαμαγκάκη και τον Αργύρη Κουνάδη, ο οποίος έγραψε τη μουσική υπόκρουση στο ποίημα Μπολιβάρ για το δίσκο της εταιρίας Διόνυσος, σε απαγγελία του ίδιου του Εγγονόπουλου. Το έτος 2007 ανακηρύχθηκε από τον καλλιτεχνικό κόσμο της χώρας ως "Έτος Ν. Εγγονόπουλου". Πίνακές του υπάρχουν στην Εθνική Πινακοθήκη, στις Δημοτικές Πινακοθήκες Αθηνών, Ρόδου, Θεσσαλονίκης, στο Μουσείο Θεάτρου στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και σε ιδιωτικές συλλογές. [Βιογραφία]