Εγώ σου μιλώ τρυφερά κι εσύ χασμουριέσαι·
δε θέλεις σινεμά, δε θέλεις βόλτα,
δε με αφήνεις ούτε να σε ακουμπήσω,
ο νους σου μόνο στο μαλλί.
Μα όταν βρεις κάνα πατριωτάκι σου,
πώς ζωντανεύουν ξαφνικά τα μάτια σου,
πόσο λαλίστατος γίνεσαι,
του δίνεις τρυφερά μια καρπαζιά
και πάτε στην ταβέρνα να τα πιείτε.
Κι αμέσως ξαναβρίσκεις το κέφι σου,
θαρρείς πως βρέθηκες ξανά στο χωριό σου,
που χρόνια τώρα το ’χεις στερηθεί
και πας με κάτι τύπους σαν και μένα.
~
Ανυπεράσπιστος καημός (1960)
πηγή
δε θέλεις σινεμά, δε θέλεις βόλτα,
δε με αφήνεις ούτε να σε ακουμπήσω,
ο νους σου μόνο στο μαλλί.
Μα όταν βρεις κάνα πατριωτάκι σου,
πώς ζωντανεύουν ξαφνικά τα μάτια σου,
πόσο λαλίστατος γίνεσαι,
του δίνεις τρυφερά μια καρπαζιά
και πάτε στην ταβέρνα να τα πιείτε.
Κι αμέσως ξαναβρίσκεις το κέφι σου,
θαρρείς πως βρέθηκες ξανά στο χωριό σου,
που χρόνια τώρα το ’χεις στερηθεί
και πας με κάτι τύπους σαν και μένα.
~
Ανυπεράσπιστος καημός (1960)
πηγή