Επιστροφή του οικείου,
του από καιρό ξεχασμένου.
Το μυαλό μου γίνεται θρύψαλα
Εναλλασσόμενες εικόνες του χθες
και του σήμερα αιμορραγούν
Ψάχνω το συναίσθημα που άφησα εκεί…
πίσω από το γεμάτο ράφι και
η σκόνη μπαίνει στα μάτια
κάνοντας τα να δακρύζουν
μη κατανοώντας αν αυτό είναι καλό ή όχι
άλλωστε ποιός νοιάζεται πια γι’ αυτό
Μια άγνωστη γλώσσα αντηχεί στ’ αυτιά μου ,
όμως την καταλαβαίνω
Την ήξερα κάποτε, δεν αναρωτιέμαι,
είμαι σίγουρη
Θέλω να τραγουδήσω
σε αυτή την ξένη γλώσσα
μα ρόδια βγαίνουν στον αέρα,
είναι μπλε και πράσινα,
δεν ξέρω αν υπάρχουν τέτοια ρόδια
και σε κάποιον άλλο κήπο
ή μόνο στον δικό μου
Ένας αυλός κλαίει μαζί μου,
μα τα πόδια διαφωνούν και χορεύουν
Είναι καταχείμωνο,
παρ’ όλα αυτά, ούτε σύννεφα έχει μέσα ούτε κρύο,
μια ζέστη, φωτιά με καίει
κάθε που ακούω το χτύπο του μυαλού
εκείνου που χάνεται στο βάθος της λήθης
Δεν μιλώ δυνατά,
δεν κλαίω γοερά,
δεν περπατώ γρήγορα
είναι τόσο όμορφη η πορεία αυτού του ταξιδιού
και εγώ απολαμβάνω κάθε στάλα αλμύρας
κάθε σκέψη
Δεν θέλω να μιλήσω
για την μεγάλη προδοσία που μου έκαναν.
Θέλω να πάρω το άλογο αυτό και να κατέβω την λεωφόρο
πηγή το ιστολόγιο της ποιήτριας
του από καιρό ξεχασμένου.
Το μυαλό μου γίνεται θρύψαλα
Εναλλασσόμενες εικόνες του χθες
και του σήμερα αιμορραγούν
Ψάχνω το συναίσθημα που άφησα εκεί…
πίσω από το γεμάτο ράφι και
η σκόνη μπαίνει στα μάτια
κάνοντας τα να δακρύζουν
μη κατανοώντας αν αυτό είναι καλό ή όχι
άλλωστε ποιός νοιάζεται πια γι’ αυτό
Μια άγνωστη γλώσσα αντηχεί στ’ αυτιά μου ,
όμως την καταλαβαίνω
Την ήξερα κάποτε, δεν αναρωτιέμαι,
είμαι σίγουρη
Θέλω να τραγουδήσω
σε αυτή την ξένη γλώσσα
μα ρόδια βγαίνουν στον αέρα,
είναι μπλε και πράσινα,
δεν ξέρω αν υπάρχουν τέτοια ρόδια
και σε κάποιον άλλο κήπο
ή μόνο στον δικό μου
Ένας αυλός κλαίει μαζί μου,
μα τα πόδια διαφωνούν και χορεύουν
Είναι καταχείμωνο,
παρ’ όλα αυτά, ούτε σύννεφα έχει μέσα ούτε κρύο,
μια ζέστη, φωτιά με καίει
κάθε που ακούω το χτύπο του μυαλού
εκείνου που χάνεται στο βάθος της λήθης
Δεν μιλώ δυνατά,
δεν κλαίω γοερά,
δεν περπατώ γρήγορα
είναι τόσο όμορφη η πορεία αυτού του ταξιδιού
και εγώ απολαμβάνω κάθε στάλα αλμύρας
κάθε σκέψη
Δεν θέλω να μιλήσω
για την μεγάλη προδοσία που μου έκαναν.
Θέλω να πάρω το άλογο αυτό και να κατέβω την λεωφόρο
πηγή το ιστολόγιο της ποιήτριας
Η Δισακιά Μαριαλένα γεννήθηκε στην Αθήνα, όπου μεγάλωσε και σπούδασε λογιστικά. Η ζωή την οδήγησε στη Σκύρο. Εκεί έζησε 15 χρόνια δουλεύοντας ως λογίστρια, επάγγελμα που εξασκούσε κι όταν επέστρεψε στην Αθήνα. Πάντα την ακολουθούσε ένα τετράδιο, ένα δικό της τετράδιο που το γέμιζε λέξεις. Λέξεις που μιλούσαν για τη ζωή της, λέξεις που δεν είχαν καμιά σχέση με τους «αριθμούς» των πελατών της ,λέξεις που ήταν η δική της αλήθεια, το δικό της πάθος. Σήμερα ζει μόνιμα στην Αθήνα, «μακριά» απ’ τους αριθμούς των πελατών, κοντά στα δικά της «γράμματα» στις δικές της λέξεις. Ελεύθερη πια, έχει ως μόνη της ενασχόληση την ανάγνωση και τη γραφή. Αφοσιώθηκε επιτέλους στο πάθος της. Παρακολούθησε σεμινάρια δημιουργικής γραφής κι ανάγνωσης. Απέκτησε βεβαίωση σπουδών από το Πανεπιστήμιο Ρεθύμνου «Αυτοπεποίθηση-Αυτογνωσία» «Αυτοπεποίθηση- Αυτοεκτίμηση», «Η τέχνη της επικοινωνίας» και «Στην τέχνη της ευτυχίας». Γράφει ποίηση και διηγήματα . Διηγήματα της έχουν εκδοθεί από τις εκδόσεις Κύμα σε τρείς συλλογικές ανθολογίες («Ανθολογία μικρού διηγήματος για την νύχτα», «Ιστορίες πάθους και μαγειρικής» και «Παράξενες ιστορίες με γάτες») “Ασκήσεις επί χάρτου ” από τις Εκδόσεις Κύμα διηγήματα, αφηγήσεις και ποίηση. Απο τις εκδόσεις Εντύποις “Ρευστά όρια” συλλογικός τόμος ποίησης. Ποίημα της επιλέχθηκε από τις εκδόσεις PROVOCATEYR και συμμετάσχει στα «Ανεμοδαρμένα ποιήματα» Δίγλωσση Συλλογή Ελληνικής ποίησης του 21ου αιώνα. Από τις εκδόσεις Λευκό Μελάνι κυκλοφορεί από το 2018 η πρώτη ποιητική της συλλογή «Οι στροβιλισμοί της Αστάρτης» [από την ιστοσελίδα της ποιήτριας marialenadisakia.gr]