Κάποτε μου υπαγόρευε η Μούσα
στίχους ενώ κοιμόμουν στην βεράντα.
Ήμουν μικρή, αποστήθιζα τα πάντα
και τα κατέγραφα μόλις ξυπνούσα.
Ήξερα τότε τι θα πει ελπίδα.
Είχα πολλά χαρτιά, πολλά μολύβια.
Οι λέξεις ήταν χρήσιμα σωσίβια.
Τις στοίχιζα με τάξη στη σελίδα
κι όταν πνιγόμουν, τρέχαν να με σώσουν
απ΄τις κακές νεράιδες και τους δράκους
που δεν μπορούσαν πια να με σκοτώσουν.
Τώρα αγρυπνώ κι η Μούσα μου κοιμάται.
Γράφω και σβήνω πλάι σ΄άδειους λάκκους
που τους γεμίζει με αίμα όταν θυμάται.
στίχους ενώ κοιμόμουν στην βεράντα.
Ήμουν μικρή, αποστήθιζα τα πάντα
και τα κατέγραφα μόλις ξυπνούσα.
Ήξερα τότε τι θα πει ελπίδα.
Είχα πολλά χαρτιά, πολλά μολύβια.
Οι λέξεις ήταν χρήσιμα σωσίβια.
Τις στοίχιζα με τάξη στη σελίδα
κι όταν πνιγόμουν, τρέχαν να με σώσουν
απ΄τις κακές νεράιδες και τους δράκους
που δεν μπορούσαν πια να με σκοτώσουν.
Τώρα αγρυπνώ κι η Μούσα μου κοιμάται.
Γράφω και σβήνω πλάι σ΄άδειους λάκκους
που τους γεμίζει με αίμα όταν θυμάται.
Η Όλγα Παπακώστα γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1966. Έχει σπουδάσει κλασική φιλολογία στο ΑΠΘ και έχει μεταφράσει τις "Τουσκουλανές Διατριβές του Κικέρωνα" για τις εκδόσεις Ωκεανίδα. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Από τις εκδόσεις Πατάκη κυκλοφόρησε το 2013 η ποιητική της συλλογή Όχι ακόμη Κάρμεν, και το 2018 η δεύτερη, με τίτλο Μταμορφώ[θ]εις (Πατάκης, 2018).