Πώς μπόρεσες να λιποτακτήσεις;
Πώς μπόρεσες να κλωτσήσεις τόσες επιθυμίες;
Ποια αλήθεια κυνηγάς μακριά μου;
Τι ψάχνεις να βρεις έξω από μας;
Ο ήλιος και το φεγγάρι υπήρξαν μάρτυρες του πάθους μας.
Η καρδιά σου χτυπά για μένα κι εσύ κλείνεις τ’ αυτιά σου.
Πόσες νύχτες με πιοτό και μουσική θα μετρήσεις μέχρι να σταματήσεις ν’ ακούς τη μελωδία του έρωτα σου για μένα;
Σε πόσα γυναικεία σώματα θα ψάξεις τρόπους να με ξεχάσεις;
Πόσο καιρό σκοπεύεις να προσποίησε πως έχουν πράγματι σημασία οι μέρες χωρίς εμένα δίπλα σου;
Σε ποιαν άλλη ζωή νομίζεις πως θα σταματήσουν οι ερινύες να σε κυνηγούν επειδή πρόδωσες όσα σχεδιάζαμε;
Υπήρξες δειλός, λίγος για τον έρωτα. Δεν σου άξιζαν όσα σου έδωσα.
Κι όμως εγώ θα σου τα ‘δινα πάλι.
Για το φως στα μάτια μας την ώρα που γινόμασταν ένα.
Για το ρίγος στο στήθος σου όταν ξάπλωνες στο δικό μου.
Για τα θέλω που ψιθύρισαν οι σάρκες των χειλιών μας όποτε συναντήθηκαν.
Για την αλήθεια των στιγμών που πρόδωσες στο όνομα της ψευδαίσθησης μιας σίγουρης ζωής μακριά μου, εγώ θα σου τα ‘δινα όλα πάλι από την αρχή.
Γιατί η ζωή χωρίς τον έρωτα δεν είναι ζωή.
Και γιατί ο έρωτας χωρίς πόνο δεν είναι έρωτας.
Μόνο η αγάπη δεν πονά όταν θεριεύει.
Δεν προλάβαμε να γίνουμε αγάπη δυνατή, αγάπη μου.
Αγάπη από εκείνες που αντέχουν στο χρόνο, που παίρνουν τη θέση που τους αξίζει στην αιωνιότητα της καρδιάς των εραστών που τη γεύτηκαν.
Αγάπη για τους εκλεκτούς της ψυχής,
τους άφθαρτούς στο πέρασμα των επιπόλαιων ερώτων,
εκείνους που με τον καιρό γίνονται αναπόσπαστα κομμάτια της πολύτιμης ζωής.
Γιατί δεν μ’ άφησες να σ’ αγαπήσω, μάτια μου; Γιατί;
Πώς μπόρεσες να κλωτσήσεις τόσες επιθυμίες;
Ποια αλήθεια κυνηγάς μακριά μου;
Τι ψάχνεις να βρεις έξω από μας;
Ο ήλιος και το φεγγάρι υπήρξαν μάρτυρες του πάθους μας.
Η καρδιά σου χτυπά για μένα κι εσύ κλείνεις τ’ αυτιά σου.
Πόσες νύχτες με πιοτό και μουσική θα μετρήσεις μέχρι να σταματήσεις ν’ ακούς τη μελωδία του έρωτα σου για μένα;
Σε πόσα γυναικεία σώματα θα ψάξεις τρόπους να με ξεχάσεις;
Πόσο καιρό σκοπεύεις να προσποίησε πως έχουν πράγματι σημασία οι μέρες χωρίς εμένα δίπλα σου;
Σε ποιαν άλλη ζωή νομίζεις πως θα σταματήσουν οι ερινύες να σε κυνηγούν επειδή πρόδωσες όσα σχεδιάζαμε;
Υπήρξες δειλός, λίγος για τον έρωτα. Δεν σου άξιζαν όσα σου έδωσα.
Κι όμως εγώ θα σου τα ‘δινα πάλι.
Για το φως στα μάτια μας την ώρα που γινόμασταν ένα.
Για το ρίγος στο στήθος σου όταν ξάπλωνες στο δικό μου.
Για τα θέλω που ψιθύρισαν οι σάρκες των χειλιών μας όποτε συναντήθηκαν.
Για την αλήθεια των στιγμών που πρόδωσες στο όνομα της ψευδαίσθησης μιας σίγουρης ζωής μακριά μου, εγώ θα σου τα ‘δινα όλα πάλι από την αρχή.
Γιατί η ζωή χωρίς τον έρωτα δεν είναι ζωή.
Και γιατί ο έρωτας χωρίς πόνο δεν είναι έρωτας.
Μόνο η αγάπη δεν πονά όταν θεριεύει.
Δεν προλάβαμε να γίνουμε αγάπη δυνατή, αγάπη μου.
Αγάπη από εκείνες που αντέχουν στο χρόνο, που παίρνουν τη θέση που τους αξίζει στην αιωνιότητα της καρδιάς των εραστών που τη γεύτηκαν.
Αγάπη για τους εκλεκτούς της ψυχής,
τους άφθαρτούς στο πέρασμα των επιπόλαιων ερώτων,
εκείνους που με τον καιρό γίνονται αναπόσπαστα κομμάτια της πολύτιμης ζωής.
Γιατί δεν μ’ άφησες να σ’ αγαπήσω, μάτια μου; Γιατί;
Η Ιωάννα Γκανέτσα είναι αστυνομικός και συγγραφέας. Αρθρογραφεί σε ηλεκτρονικές σελίδες από το 2012, γράφει λογοτεχνικά κείμενα, ποίηση και μυθιστορήματα για μικρούς και μεγάλους. Έχει παρακολουθήσει παιδαγωγικά μαθήματα στο Βρετανικό Συμβούλιο και είναι κάτοχος πτυχίου του Πανεπιστημίου Cambridge, ως καθηγήτρια αγγλικής γλώσσας. Γνωρίζει επίσης γαλλικά και ισπανικά. Είναι ιδρυτικό μέλος της Δράσης Αστυνομικών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Τίτλοι βιβλίων: Ο έρωτας δε θέλει τίτλο (2015). Το άνθος της ζωής (2018). Το μουσείο των ραγισμένων σχέσεων (2020).