Χτες, άνεμος νυχτερινός, που η πνοή του έμοιαζε με χάδι,
Το άρωμα έφερνε των λουλουδιών που ανοίγουν πιο αργά.
Έπεφτε η νύχτα. το πουλί κοιμόταν στο βαθύ σκοτάδι.
Η άνοιξη ευωδίαζε, από τη νιότη σου πιο λίγο.
Λιγότερο από το βλέμμα σου, φεγγοβολούσαν τ’ άστρα.
Εγώ, μιλούσα σιγανά. Επίσημη είναι η ώρα
Όπου να ψάλει η ψυχή τον πιο γλυκό της ύμνο λαχταρά.
Τη νύχτα βλέποντας τόσο αγνή κι εσένα τόσο ωραία,
Αδειάστε πάνω της τον ουρανό! είπα στα αστέρια τα χρυσά
Κι ορμήνεψα τα μάτια σου: Ρίξτε την αγάπη σας σε μένα!
~
Συλλογή: Οι στοχασμοί
πηγή
Το άρωμα έφερνε των λουλουδιών που ανοίγουν πιο αργά.
Έπεφτε η νύχτα. το πουλί κοιμόταν στο βαθύ σκοτάδι.
Η άνοιξη ευωδίαζε, από τη νιότη σου πιο λίγο.
Λιγότερο από το βλέμμα σου, φεγγοβολούσαν τ’ άστρα.
Εγώ, μιλούσα σιγανά. Επίσημη είναι η ώρα
Όπου να ψάλει η ψυχή τον πιο γλυκό της ύμνο λαχταρά.
Τη νύχτα βλέποντας τόσο αγνή κι εσένα τόσο ωραία,
Αδειάστε πάνω της τον ουρανό! είπα στα αστέρια τα χρυσά
Κι ορμήνεψα τα μάτια σου: Ρίξτε την αγάπη σας σε μένα!
~
Συλλογή: Οι στοχασμοί
πηγή