Στη δημοσιά σαν αγκαλιά
δίκλωνη ενός διαβήτη
του αγέρα δάχτυλα στη χαίτη
και μίλια στην κοιλιά,
οι δυο μας φεύγαμε αδειανοί
βιτσιά για το ήπιο βλέμμα
φτιασίδι ο νους, φτιασίδι το αίμα
γυμνοί! γυμνοί!, γυμνοί!
…Σ’ ένα κρεβάτι μ’ αψηλό
κι’ αλαφρύ προσκεφάλι
πως ξεγλυστρούσε αλάργα η ζάλη
σαν ψάρι στο γιαλό…
Στη δίκλωνη τη δημοσιά
φεύγαμε κορμιά μόνο
με τις καρδιές σε κάθε κλώνο
χώρια, ζερβά-δεξιά.
δίκλωνη ενός διαβήτη
του αγέρα δάχτυλα στη χαίτη
και μίλια στην κοιλιά,
οι δυο μας φεύγαμε αδειανοί
βιτσιά για το ήπιο βλέμμα
φτιασίδι ο νους, φτιασίδι το αίμα
γυμνοί! γυμνοί!, γυμνοί!
…Σ’ ένα κρεβάτι μ’ αψηλό
κι’ αλαφρύ προσκεφάλι
πως ξεγλυστρούσε αλάργα η ζάλη
σαν ψάρι στο γιαλό…
Στη δίκλωνη τη δημοσιά
φεύγαμε κορμιά μόνο
με τις καρδιές σε κάθε κλώνο
χώρια, ζερβά-δεξιά.
~
από τη συλλογή Στροφή, 1931
(ενότητα Κοχύλια, Σύννεφα)
από το βιβλίο Σεφέρης Ποιήματα, Εκδ. Ίκαρος, 2014
πηγή
από τη συλλογή Στροφή, 1931
(ενότητα Κοχύλια, Σύννεφα)
από το βιβλίο Σεφέρης Ποιήματα, Εκδ. Ίκαρος, 2014
πηγή