Πεθαίνει κάτι, γεννιέται κάτι,
τη στιγμή που μια βροντή θρυμματίζει
το απόγειο της νύχτας, αναγγελία
άνοιξης ξαφνική που τον ύπνο διακόπτει…
Γενεές επί γενεών,
άνθρωποι ηττημένοι, άνθρωποι ανυψωμένοι
μες στην έπαρση των συμφορών τους, αιώνες
μεστοί από πόνο ο ένας στον άλλο μέσα,
σε μια μόνο ταλαιπωρία, σʼ ένα σημείο μονάχα
όλοι πιέζονται, στριμώχνονται∙ και στενάζει
και τρίζει από αρμό σʼ αρμό η γέφυρα
καθώς σκοτεινιάζει μέχρι το έσχατο βάθρο:
το δέντρο τεντωμένο απʼ τη ρίζα ως τον καρπό.
Tο χέρι αγγίζω κει που πονά: ακούω.
Η πρώτη νύχτα της άνοιξης, πρησμένη
χάσκει ανάμεσα σε ό,τι είναι και σʼ ό,τι γίνεται.
τη στιγμή που μια βροντή θρυμματίζει
το απόγειο της νύχτας, αναγγελία
άνοιξης ξαφνική που τον ύπνο διακόπτει…
Γενεές επί γενεών,
άνθρωποι ηττημένοι, άνθρωποι ανυψωμένοι
μες στην έπαρση των συμφορών τους, αιώνες
μεστοί από πόνο ο ένας στον άλλο μέσα,
σε μια μόνο ταλαιπωρία, σʼ ένα σημείο μονάχα
όλοι πιέζονται, στριμώχνονται∙ και στενάζει
και τρίζει από αρμό σʼ αρμό η γέφυρα
καθώς σκοτεινιάζει μέχρι το έσχατο βάθρο:
το δέντρο τεντωμένο απʼ τη ρίζα ως τον καρπό.
Tο χέρι αγγίζω κει που πονά: ακούω.
Η πρώτη νύχτα της άνοιξης, πρησμένη
χάσκει ανάμεσα σε ό,τι είναι και σʼ ό,τι γίνεται.
~
από τη συλλογή Ποιήματα της ωριμότητας και της όψιμης άνθησης, εκδ. Βάκχικον, 2019
Μετάφραση: Θεοδόσης Κοντάκης
πηγή
από τη συλλογή Ποιήματα της ωριμότητας και της όψιμης άνθησης, εκδ. Βάκχικον, 2019
Μετάφραση: Θεοδόσης Κοντάκης
πηγή