Στον Μανόλη Αναγνωστάκη
Το ν’ ακούει κανείς το πρωί τη βιασύνη των πουλιών
Το να ψάχνει στα μάτια των άλλων να βρει λίγα τοπία
Το να αισθάνεσαι αλλιώτικος μετά από γλέντι όταν μένεις μόνος
Και παίζεις με την έχτρα και τη φιλία του εαυτού σου
Αυτό σημαίνει κίνδυνο
Σημαίνει αναγωγή της λύπης στη μονάδα
Έτσι λοιπόν ξανά σε θυμήθηκα
Ταίριαξα τη γραμμή του ώμου σου με την πιο χαρούμενη μέρα μου
Τα μάτια σου δε μ’ άφηναν να ησυχάσω
Κι από πού δε μου έρχονταν
Απ’ τη βροχή
Απ’ τ’ αμπέλια
Από τα κουρασμένα χέρια της χωριάτισσας
Κι από μένα τον ίδιο
Σε θυμόμουν και σε είχα στη μνήμη μου
Όπως ένα κομμάτι ζάχαρη στο νερό.
~
Ποίηση Παπαδίτσα, εκδ. Ευθύνη, 1977
πηγή
Ταίριαξα τη γραμμή του ώμου σου με την πιο χαρούμενη μέρα μου
Τα μάτια σου δε μ’ άφηναν να ησυχάσω
Κι από πού δε μου έρχονταν
Απ’ τη βροχή
Απ’ τ’ αμπέλια
Από τα κουρασμένα χέρια της χωριάτισσας
Κι από μένα τον ίδιο
Σε θυμόμουν και σε είχα στη μνήμη μου
Όπως ένα κομμάτι ζάχαρη στο νερό.
~
Ποίηση Παπαδίτσα, εκδ. Ευθύνη, 1977
πηγή
Ο Δημήτρης Π. Παπαδίτσας (Σάμος, 1922 - Αθήνα, 1987) ήταν Έλληνας ιατρός και ποιητής. Σπούδασε ιατρική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, όπου το 1958 ανακηρύχτηκε διδάκτορας. Τις σπουδές του συνέχισε στο Μόναχο, όπου ειδικεύτηκε στην ορθοπεδική. Εργάστηκε ως γιατρός σε πολλά μέρη της Ελλάδας. Το 1976 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και εργάστηκε σε ίδρυμα Αναπήρων. Υπήρξε συνιδρυτής του περιοδικού "Πρώτη Ύλη" (1958-1959) μαζί με τον Ε. Χ. Γονατά και συνεργάστηκε με τα λογοτεχνικά περιοδικά "Νεανική Φωνή", "Νέα Εστία", "Ο Στόχος", "Ευθύνη" κ.α. Την πρώτη του επίσημη εμφάνιση στο χώρο της λογοτεχνίας πραγματοποίησε το 1943 με την ποιητική συλλογή "Το φρέαρ με τις φόρμιγγες". Στα πρώτα του ποιητικά βήματα ο Παπαδίτσας προσπάθησε να εκφράσει την αγωνία του για μια αναμόρφωση του κόσμου, μέσα από αντισυμβατικές γλωσσικές και θεματικές επιλογές και με επιρροές από το ρεύμα του υπερρεαλισμού και την αρχαιοελληνική προσωκρατική φιλοσοφία. Στην πορεία του προς την ωριμότητα οδηγήθηκε προς μια απόπειρα γεφύρωσης του χάσματος ανάμεσα στη γήινη πραγματικότητα και το ποιητικό σύμπαν, μέσω ενός ενορατικού λόγου και με επιρροές από το ρομαντισμό του Hoelderlin. Τιμήθηκε δύο φορές με το 1ο Κρατικό Βραβείο Ποίησης, το 1964 (για τη συλλογή «Ποιήματα Ι (1941-1963)») και το 1981 (για τη συλλογή «Δυοειδής λόγος») και με το Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών (Ίδρυμα Ουράνη) το 1984 για το σύνολο του έργου του. Το 1985 τιμήθηκε με μετάλλιο από το Δήμο Νίκαιας. Υπήρξε μέλος της Επιτροπής Απονομής Κρατικών Λογοτεχνικών Βραβείων (1974) και της Εθνικής Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών. Ποιήματά του μεταφράστηκαν στα αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά, φλαμανδικά, ουγγρικά, πολωνικά και ρωσικά.