Δυο δάκρυα καθάρια απ’ τη βρόμα του κόσμου
πότισαν το υγρό χώμα του δρόμου
και κει σε κείνη τη μεριά
φύτρωσε ένα σπάνιο λουλούδι
που το ’παν αγνολούλουδο.
Το ’μαθαν τ’ αηδόνια κι ήρθαν τραγούδια
να του λεν ολημερίς
κι αυτό μέρα τη μέρα μεγάλωνε κι ομόρφαινε.
Το ’μαθαν οι άνθρωποι κι ήρθαν να το δουν
μ’ αυτό στ’ αντίκρισμά τους μαράθηκε
και έτσι τώρα πια στις ιστορίες για παιδιά
τ’ ακούς μονάχα να το λένε.
Ήτανε μια φορά κι έναν καιρό
δυο δάκρυα καθάρια απ’ τη βρόμα του κόσμου
που πότισαν το υγρό χώμα του δρόμου
και κει σε κείνη τη μεριά
φύτρωσε ένα σπάνιο λουλούδι
που το ’παν αγνολούλουδο
κι ήτανε λένε απ’ τα μάτια ενός παιδιού
τα δάκρυα αυτά.
~
Από τη συλλογή Επιλογές (1986)
πότισαν το υγρό χώμα του δρόμου
και κει σε κείνη τη μεριά
φύτρωσε ένα σπάνιο λουλούδι
που το ’παν αγνολούλουδο.
Το ’μαθαν τ’ αηδόνια κι ήρθαν τραγούδια
να του λεν ολημερίς
κι αυτό μέρα τη μέρα μεγάλωνε κι ομόρφαινε.
Το ’μαθαν οι άνθρωποι κι ήρθαν να το δουν
μ’ αυτό στ’ αντίκρισμά τους μαράθηκε
και έτσι τώρα πια στις ιστορίες για παιδιά
τ’ ακούς μονάχα να το λένε.
Ήτανε μια φορά κι έναν καιρό
δυο δάκρυα καθάρια απ’ τη βρόμα του κόσμου
που πότισαν το υγρό χώμα του δρόμου
και κει σε κείνη τη μεριά
φύτρωσε ένα σπάνιο λουλούδι
που το ’παν αγνολούλουδο
κι ήτανε λένε απ’ τα μάτια ενός παιδιού
τα δάκρυα αυτά.
~
Από τη συλλογή Επιλογές (1986)