Έφριξε σαν πήγε ο ίδιος, με τα ίδια του τα μάτια και τα είδε.
Τόση ρεμούλα, τέτοιο χάλι πού να το φανταστεί.
Έβγαλε ευθύς διαταγές τη μια πάνω στην άλλη,
ήλεγξε, καυτηρίασε, τιμώρησε, κάτι να διορθώσει,
κάτι να περισώσει απ’ την καταστροφή.
Τόση ρεμούλα, τέτοιο χάλι πού να το φανταστεί.
Έβγαλε ευθύς διαταγές τη μια πάνω στην άλλη,
ήλεγξε, καυτηρίασε, τιμώρησε, κάτι να διορθώσει,
κάτι να περισώσει απ’ την καταστροφή.
Οι άλλοι, οι από πάνω, μάθαιναν βέβαια ταχτικά τα νέα
τον ζήλο του λαμπρού νέου επάρχου
την ακάθεκτη έφεσή του για ευποιία, χρηστή
φιλόπτωχο διοίκηση κ.λπ.
Μα δεν ανησυχήσαν. «Θα του περάσει» είπαν,
«κι άμα δεν του περάσει
και κάνει τώρα πως δεν ξέρει,
τον αντικαθιστούμε, τον διαγράφουμε,
τον εξαφανίζουμε στο κάτω-κάτω.
Το ίδιο μας κάνει συνεπώς κι αν του περάσει
κι αν δεν του περάσει».
Η αλήθεια είναι, πως του πέρασε και του παραπέρασε.
Ούτε να τον παραμερίσουνε χρειάστηκε
ούτε βέβαια -τον άνθρωπο!- να τον εξαφανίσουν.
Ήδη, γοργά ανέρχεται κι έχει λαμπρό το μέλλον.
~
από την ποιητική συλλογή Ελεεινόν θέατρον (1980)
Ο Πάνος Κ. Θασίτης (Μόλυβος Μυτηλήνης, 1923 - Θεσσαλονίκη, 2008) ήταν
ποιητής. Οι γονείς του ήταν πρόσφυγες από τα Μοσχονήσια της Μικράς
Ασίας. Το 1930 η οικογένειά του εγκαταστάθηκε μόνιμα στη Θεσσαλονίκη.
Τελείωσε τη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου και εργάστηκε
ως δικηγόρος. Είναι ποιητής που ανήκει στην πρώτη μεταπολεμική γενιά. Το
έργο του έχει σημείο αναφοράς τον πολιτικό και κοινωνικό ιστό από τον
οποίο προέκυψε. Προβάλλει τις ανησυχίες μιας ποιητικής συνείδησης της
Αριστεράς που πονά για τα ιδανικά που δεν πραγματοποιήθηκαν. Την ποίησή
του συγκροτούν το πιεστικό ιστορικό βίωμα, ένας προγραμματικός
αντιλυρισμός, η δύναμη της εικόνας. Για τη συλλογή «Τα πράγματα» ο Αλ.
Αργυρίου έγραψε: «ποιητικό τοπίο χαοτικό, καταρτισμένο με ανθρώπινες
ύλες, που απορρίπτει ως περιττά: συναισθήματα, εφήμερες εντυπώσεις,
λυρικά ολισθήματα. Γραφή που γοητεύεται από το συγκεκριμένο. Τόνος
κατηγορηματικός». Η στιχουργική του είναι ελλειπτική από το 1960 κι
έπειτα, καθώς άρχισε να βλέπει τον κόσμο περισσότερο αφαιρετικά και με
μεγαλύτερη εσωστρέφεια. Ο Mario Vitti γράφει: «ξεκινά από μία πολιτική
πλευρά της ζωής για να καταλήξει σε πιο προσωπικές ανησυχίες. Και στη
δική του περίπτωση οι κριτικοί χρησιμοποίησαν όρους όπως 'ποίηση της
ύπαρξης', 'ποίηση του άγχους' Ασχολήθηκε επίσης με τη θεωρία και την
κριτική της λογοτεχνίας. Είναι ο συντάκτης της πρώτης μελέτης
εφαρμοσμένου κριτικού λόγου για το «Άξιον Εστί» του Ελύτη με τίτλο
«Οδυσσέας Ελύτης (Η συνείδηση του ελληνικού μύθου)» το 1961. [Βιογραφία]