Είναι δυο άνθρωποι.
Ο ένας με μαχαίρι, ο άλλος άοπλος.
Αυτός με το μαχαίρι λέει στον άλλον: «Θα σε σκοτώσω»
«Μα γιατί», ρωτά ο άοπλος,
«τι σου ΄χω κάνει; Πρώτη φορά βλεπόμαστε. Ούτε σε ξέρω, ούτε με ξέρεις»
Ο ένας με μαχαίρι, ο άλλος άοπλος.
Αυτός με το μαχαίρι λέει στον άλλον: «Θα σε σκοτώσω»
«Μα γιατί», ρωτά ο άοπλος,
«τι σου ΄χω κάνει; Πρώτη φορά βλεπόμαστε. Ούτε σε ξέρω, ούτε με ξέρεις»
«Γι' αυτό ακριβώς θα σε σκοτώσω. Αν γνωριζόμασταν, μπορεί να σ' αγαπούσα»,
λέει αυτός με το μαχαίρι.
«Ή και να με μισούσες». λέει ο άοπλος,
«να με μισούσες τόσο, που με χαρά μεγάλη θα με σκότωνες.
Γιατί να στερηθείς μια τέτοια απόλαυση; Έλα να γνωριστούμε»
«Κι αν σ' αγαπήσω» επιμένει ο οπλισμένος,
«αν σ' αγαπήσω, τι θα κάνει τούτο το μαχαίρι;»
« Ω, μη φοβάσαι» λέει ο άοπλος,
«σκοτώνει ακόμα και η αγάπη. Και τότε.. είναι ακόμη πιο μεγάλη η απόλαυση»
Ο Αργύρης Χιόνης (Αθήνα, 1943 – 2011) ήταν Έλληνας ποιητής και
συγγραφέας. Έζησε είκοσι χρόνια σε πόλεις της βόρειας Ευρώπης
(Άμστερνταμ, Βρυξέλλες), δουλεύοντας την περίοδο 1982-1992 ως
μεταφραστής στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μέχρι που τα
εγκατέλειψε όλα για χάρη της ποίησης και της γεωργίας και εγκαταστάθηκε
στο Θροφαρί Κορινθίας. Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα το 1966, με την
ποιητική συλλογή "Απόπειρες φωτός". Ακολούθησαν τα ποιητικά βιβλία:
"Σχήματα απουσίας" 1973, "Μεταμορφώσεις", 1974, "Τύποι ήλων" 1978,
"Λεκτικά τοπία" 1983, "Σαν τον τυφλό μπροστά στον καθρέφτη" 1986,
"Εσωτικά τοπία" 1991, "Ο ακίνητος δρομέας"1996, "Ιδεογράμματα" 1997,
"Τότε που η σιωπή τραγούδησε" 2000, "Στο υπόγειο" 2004, "Ό,τι περιγράφω
με περιγράφει" 2010. Το 2006 κυκλοφόρησε η συγκεντρωτική έκδοση των δέκα
πρώτων ποιητικών του συλλογών, με τίτλο "Η φωνή της σιωπής: ποιήματα
1966-2000" (Νεφέλη). Μετά το 1981 ασχολήθηκε παράλληλα, με την
πεζογραφία, με αφηγήματα για μεγάλους, παιδιά και νέους, όπως "Ιστορίες
μιας παλιάς εποχής που δεν ήρθε ακόμα"1981, "Ο αφανής θρίαμβος της
ομορφιάς" 1995, "Τρία μαγικά παραμύθια" 1998, "Όντα και μη όντα" 2006
και "Το οριζόντιο ύψος και άλλες αφύσικες ιστορίες" 2008, Κρατικό
Βραβείο Διηγήματος 2009, εξ' ημισείας με τον Τόλη Νικηφόρου. Ασχολήθηκε
με τη λογοτεχνική μετάφραση, μεταφράζοντας έργα των Οκτάβιο Πας (1981),
Ράσελ Έντσον ("Όταν το ταβάνι κλαίει", 1986), Τζέιν Όστεν ("Περηφάνια
και προκατάληψη", 1997), Ρομπέρτο Γιάρος ("Κατακόρυφη ποίηση", 1997) και
Ανρί Μισώ ("Με το αγκίστρι στην καρδιά: μια επιλογή από το έργο του",
2003).
Ο Αργύρης Χιόνης εξέδωσε το 2006 τη -μοναδική του- συγκεντρωτική ποιητική συλλογή "Η φωνή της σιωπής", την οποία προλόγισε ως εξής: «Αν και είμαι μόλις 63 ετών και έχω εκτίσει μόνο 40 χρόνια ποίησης, αποφάσισα να προβώ στη συγκεντρωτική αυτή έκδοση των ποιημάτων μου, φοβούμενος ότι, επειδή οι θεοί αγαπούν τους νέους, δεν θα έχω τον απαιτούμενο χρόνο για να δώσω στη δουλειά μου τη μορφή που θα έπρεπε να έχει, πριν παραδοθεί στην αιωνιότητα. Αν δεν το κάνω αυτό εγώ, θα το κάνει, ίσως, κάποιος συμπαθής τυμβωρύχος (βλέπε φιλόλογος), όταν δεν θα 'μαι πια εδώ και δεν θα μπορώ να του τραβήξω το αυτί για τις τυχόν αυθαίρετες (τι άλλο θα μπορούσαν να είναι;) αναπαλαιώσεις….»
Ο Αργύρης Χιόνης εξέδωσε το 2006 τη -μοναδική του- συγκεντρωτική ποιητική συλλογή "Η φωνή της σιωπής", την οποία προλόγισε ως εξής: «Αν και είμαι μόλις 63 ετών και έχω εκτίσει μόνο 40 χρόνια ποίησης, αποφάσισα να προβώ στη συγκεντρωτική αυτή έκδοση των ποιημάτων μου, φοβούμενος ότι, επειδή οι θεοί αγαπούν τους νέους, δεν θα έχω τον απαιτούμενο χρόνο για να δώσω στη δουλειά μου τη μορφή που θα έπρεπε να έχει, πριν παραδοθεί στην αιωνιότητα. Αν δεν το κάνω αυτό εγώ, θα το κάνει, ίσως, κάποιος συμπαθής τυμβωρύχος (βλέπε φιλόλογος), όταν δεν θα 'μαι πια εδώ και δεν θα μπορώ να του τραβήξω το αυτί για τις τυχόν αυθαίρετες (τι άλλο θα μπορούσαν να είναι;) αναπαλαιώσεις….»