Δεν γνωρίζω περισσότερη πίκρα
απ’ το καταστάλαγμα της φαντασίας.
Σαν τους παραστρατημένους όρκους
που ταιριάζουν θαρρείς σε μιαν εκκλησία
με άδειους θορύβους
και σε μια κατάρα σε στιγμή πανικού.
Έρχονται φυσικά τα χέρια
χαϊδεύουν πρόσωπα και στέκεσαι...
απ’ το καταστάλαγμα της φαντασίας.
Σαν τους παραστρατημένους όρκους
που ταιριάζουν θαρρείς σε μιαν εκκλησία
με άδειους θορύβους
και σε μια κατάρα σε στιγμή πανικού.
Έρχονται φυσικά τα χέρια
χαϊδεύουν πρόσωπα και στέκεσαι...
Κουνάς κουρασμένα και τα δυο σου χέρια
σα να μεταφέρουν τις ανυπεράσπιστες επαφές,
τις πιο γλυκές, όπως σ’ ένα όνειρο
στον παραδεισένιο ύπνο της ετερότητας.
Ώριμο φθινόπωρο που δεν το φίλησαν άνεμοι.
Καμιά φορά
Ποια κακόβουλη προμήθεια μέσ’ στην ψυχή
γίνεται λάθος που αναστενάζει;
Αναρωτιέσαι
πώς να χρησιμοποιήσεις την μονοκόμματη
αδεξιότητά σου σ’ ένα καλάθι γεμάτο συμβουλές.
~
Από τη συλλογή Πέρασμα (1964)
H Ρούλα Αλαβέρα γεννήθηκε (1942), σπούδασε και εργάστηκε στη
Θεσσαλονίκη. Πρωτοεμφανίσθηκε στην ποίηση το 1964 και το 2005 εκδόθηκαν
δύο συγκεντρωτικοί τόμοι με την ποιητική της δουλειά α) 1964-1984, β)
1985-2005, εκδ. Νέας Πορείας. Ορισμένες από τις μελέτες της και τις
ποιητικές πρόζες-διηγήματα, δημοσιεύτηκαν στα λογοτεχνικά περιοδικά Νέα
Πορεία, Ευθύνη, Εντευκτήριο, Παρέμβαση, κ.α. Συνεργάστηκε κατά καιρούς
με τις εφημερίδες Αυγή και Αγγελιοφόρο και το Κρατικό Ραδιόφωνο
Θεσσαλονίκης και Αθήνας. Ήταν από τους βασικούς συνεργάτες της Νέας
Πορείας. Ποιήματα μεταφράστηκαν γερμανικά, ιταλικά, σερβικά, γαλλικά,
βουλγάρικα, ρουμανικά, αλβανικά. Ποιητική δουλειά της μελοποίησαν οι
Γιώργος Θέμελης, Δήμητρης Ζαφειρέλης, Κώστας Βόμβόλος και οι αδελφοί
Κατσιμίχα. Ήταν παντρεμένη με τον πεζογράφο Τηλέμαχο Αλαβέρα. [Βιογραφία]