Ακούω να πέφτουν οι πέτρες που πετάξαμε,
καθάριες δια μέσου του χρόνου.
Στην κοιλάδα οι συγκεχυμένες ενέργειες της στιγμής
πετούν στριγκλίζοντας από δέντρο
σε δέντρο, σιωπούν μέσα
σε αέρα πιο λεπτό από του παρόντος, γλιστρούν
σαν χελιδόνια από βουνό
σε βουνό, ώσπου φτάνουν στα πιο μακρινά οροπέδια
καθάριες δια μέσου του χρόνου.
Στην κοιλάδα οι συγκεχυμένες ενέργειες της στιγμής
πετούν στριγκλίζοντας από δέντρο
σε δέντρο, σιωπούν μέσα
σε αέρα πιο λεπτό από του παρόντος, γλιστρούν
σαν χελιδόνια από βουνό
σε βουνό, ώσπου φτάνουν στα πιο μακρινά οροπέδια
κατά μήκος των ορίων της ύπαρξης. Εκεί,
όλες οι πράξεις μας,
καθάριες,
δεν πέφτουν σε κανέναν άλλο βυθό
εκτός από μας τους ίδιους.
~
μετάφραση: Βασίλης Παπαγεωργίου
Από τη συλλογή Τα 17 Ποιήματα (1954)
Από τον τόμο Τα Ποιήματα,
Από τη συλλογή Τα 17 Ποιήματα (1954)
Από τον τόμο Τα Ποιήματα,
εκδόσεις Printa (2004)