Ανάθεμα την πρώτ' αρχή,
που μ' είπαν να πιστέψω,
πως δεν μου σώζετ' η ψυχή,
σαν δεν καλογερέψω!
Απ' την ζωής την Πασχαλιά
μ' έκαμαν να ξεπέσω·
ν' αφήσω μακριά μαλλιά
και ράσο να φορέσω.
που μ' είπαν να πιστέψω,
πως δεν μου σώζετ' η ψυχή,
σαν δεν καλογερέψω!
Απ' την ζωής την Πασχαλιά
μ' έκαμαν να ξεπέσω·
ν' αφήσω μακριά μαλλιά
και ράσο να φορέσω.
Να ζω με το ξερό ψωμί,
με το νερό μονάχα·
για να παιδέψω το κορμί,
και για ν' αγιάσω τάχα!…
Καλόγεροι, σας προσκυνώ,
και σας φιλώ τα χέρια.
Και σας πετώ τον ουρανό
και τα χρυσά τ' αστέρια.
Πετώ τον σκούφο στο κελί,
το ράσο στο ντουλάπι·
τον νου μου – μόνο στο φιλί
και μόνο στην αγάπη.
Θωρώ πουλάκια στην αυλή,
που παίζουν ταίρι ταίρι,
και λέγω: νάμουνα πουλί!
Να ήμουν περιστέρι!
Θωρώ κοπέλες που περνούν
να παν στο περιβόλι
κι αυτού που κοντοπροσκυνούν–
με παίρνουν οι Διαβόλοι!…
~
Ο Γεώργιος Βιζυηνός, πραγματικό ονοματεπώνυμο Γεώργιος Μιχαήλ Σύρμας ή
Μιχαηλίδης, (Βιζύη, 1849 – Αθήνα, 1896), ήταν πεζογράφος, ποιητής και
λόγιος. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της
ελληνικής λογοτεχνίας. [Βιογραφία]