Τι θ’ απογίνεις, Θε µου, αν πεθάνω;
Εγώ είμαι το κανάτι σου (αν σπάσω;)
Εγώ είμαι το ποτό σου (αν πικράνω;)
Εγώ είμαι το έργο σου και το ένδυµά σου,
µαζί µου θα χαθεί το νόηµά σου.
Αλλού δεν πρόκειται να βρεις µια στέγη άλλη
να σε δεχτεί µε λόγο απλό, ζεστό.
Εγώ είμαι το κανάτι σου (αν σπάσω;)
Εγώ είμαι το ποτό σου (αν πικράνω;)
Εγώ είμαι το έργο σου και το ένδυµά σου,
µαζί µου θα χαθεί το νόηµά σου.
Αλλού δεν πρόκειται να βρεις µια στέγη άλλη
να σε δεχτεί µε λόγο απλό, ζεστό.
Θα σου λυθεί απ’ το πόδι το σανδάλι
το µεταξένιο σου, που είµαι εγώ.
Το πανωφόρι σου πια θα σ’ αφήσει.
Το βλέµµα σου, που στο πλευρό µου
το είχα πάντοτε εγώ προσκέφαλό µου,
µάταια τριγύρω ώρα πολλή θα µε ζητήσει –
κι όταν ο ήλιος τελικά γείρει στη ∆ύση,
σε ξένης πέτρας αγκαλιά θα ξενυχτήσει.
Τι θ’ απογίνεις, Θε µου; Αγωνιώ.
~
Μετάφραση: Κώστας Κουτσουρέλης