Θύμηση! Θύμηση! Τί θες; Στον άτονον αγέρα
έκανε το φθινόπωρο τη κίσσα να πετιέται
κι ο ήλιος μια μονότονη σφεντόνιζεν αχτίδα,
στο δάσος κείνο το χλωμό που μαίνονταν μελτέμια.
Μονάχοι πορευόμαστε σε στοχασμούς δωσμένοι,
εγώ κι αυτή -με τα μαλλιά στις αύρες και τη σκέψη.
Ξάφνου, τη συγκλονιστική ματιά της στρέφοντάς μου:
-"Ποιά ήταν πρώτη αγάπη σου;" είπ' ηχερή η λαλιά της,
έκανε το φθινόπωρο τη κίσσα να πετιέται
κι ο ήλιος μια μονότονη σφεντόνιζεν αχτίδα,
στο δάσος κείνο το χλωμό που μαίνονταν μελτέμια.
Μονάχοι πορευόμαστε σε στοχασμούς δωσμένοι,
εγώ κι αυτή -με τα μαλλιά στις αύρες και τη σκέψη.
Ξάφνου, τη συγκλονιστική ματιά της στρέφοντάς μου:
-"Ποιά ήταν πρώτη αγάπη σου;" είπ' ηχερή η λαλιά της,
μέταλλο ζον, μ' αγγελικό, πλέρια καθάριο τόνο.
Μ' εν άφραστο χαμόγελο της απεκρίθην μόνο,
και τ' άσπρο της ασπάστηκα, ευλαβικά, το χέρι...
Τ' άνθος το πρώτο! α πόσο μοιάζει μυρωμένο!
Πως μ' ένα ψίθυρο στενάζει τρισχαριτωμένο
το πρώτο "ναι" που βγαίν' απ' τ' ακριβά τα χείλια.