Όμως
ποια να 'σαι Εσύ που αιφνιδιάζεις
- με τόση λάμψη τόση μουσική -
το σκυθρωπό βασίλειο της σιωπής μου;
Που χείμαρρος φωτός εισβάλλεις ξάφνου
σ' αυτά τα ειρηνικά σκιόφωτα όπου
χρόνια και χρόνια τώρα συντηρώ
ποια να 'σαι Εσύ που αιφνιδιάζεις
- με τόση λάμψη τόση μουσική -
το σκυθρωπό βασίλειο της σιωπής μου;
Που χείμαρρος φωτός εισβάλλεις ξάφνου
σ' αυτά τα ειρηνικά σκιόφωτα όπου
χρόνια και χρόνια τώρα συντηρώ
τις λιγοστές αναιμικές μου μνήμες;
Μ' αυτή την εκτυφλωτική ομορφιά; Μ' αυτή
την εκκωφαντική σου παρουσία;
Τι ανακαλεί το βλέμμα σου στη μνήμη;
Κι αυτό το αστραφτερό χαμόγελό σου
-σαν άξαφνη αστραπή σε μαύρο φόντο-
ποιο ανέφικτο υπαινίσσεται και ποιες
ακτές πέραν του χρόνου προφητεύει;
Στο φρύδι του γκρεμού με καρτερείς
και με χαμόγελο ήρεμο μου γνέφεις
ανύπαρκτα φτερά να εμπιστευθώ
παγιδευμένες πτήσεις να τολμήσω
~
δημοσιευμένο στο περιοδικό Εντευκτήριο,
τεύχος 66, Σεπτέμβριος
Ο Ορέστης Αλεξάκης γεννήθηκε στην Κέρκυρα το 1931. Σπούδασε νομικά και
δικηγόρησε στην Αθήνα έως το 1991. Έζησε κατά κύριο λόγο στην ιδιαίτερη
πατρίδα του. Κυκλοφόρησαν οκτώ ποιητικές συλλογές του, ενώ φιλολογικά
του μελετήματα, δοκίμια και βιβλιοκριτικά του σχόλια δημοσιεύτηκαν κατά
καιρούς σε διάφορα περιοδικά. Είχε τιμηθεί με το βραβείο Νικηφόρου
Βρεττάκου. Έφυγε από τη ζωή στις 16 Μαΐου 2015, σε ηλικία 84 ετών. [Βιογραφία]