Σέρνομαι σαν άγκυρα στον πυθμένα της θάλασσας.
Και τι δεν πιάνω που δεν το χρειάζομαι.
Κουρασμένη αγανάκτηση, πυρωμένη αυτοεγκατάλειψη.
Οι δήμιοι φέρνουν πέτρες, ο Θεός γράφει στην άμμο.
Σιωπηλά δωμάτια.
Τα έπιπλα στο φως του φεγγαριού, έτοιμα να πετάξουν.
Εισέρχομαι αργά στον εαυτό μου
μέσ’ από ένα δάσος από άδειες πανοπλίες.
Και τι δεν πιάνω που δεν το χρειάζομαι.
Κουρασμένη αγανάκτηση, πυρωμένη αυτοεγκατάλειψη.
Οι δήμιοι φέρνουν πέτρες, ο Θεός γράφει στην άμμο.
Σιωπηλά δωμάτια.
Τα έπιπλα στο φως του φεγγαριού, έτοιμα να πετάξουν.
Εισέρχομαι αργά στον εαυτό μου
μέσ’ από ένα δάσος από άδειες πανοπλίες.
~
[Η ΑΓΡΙΑ ΠΛΑΤΕΙΑ, 1983]
μετάφραση: Βασίλης Παπαγεωργίου