Βόμβος του καλοκαιριού. Χαύνωση του απογεύματος·
το δροσερό φουστάνι της εισπνέει αφηρημένη
και στη σοβαρή Etude αποθέτει
τη λαχτάρα για κάτι απτό
που θα μπορούσε να ’ρθει: αύριο, απόψε αργά –,
που ίσως να είναι ήδη εδώ, αλλά κάποιος το κρύβει·
κι έξω από τα παράθυρα, ψηλόκορμο και πλήρες
το δροσερό φουστάνι της εισπνέει αφηρημένη
και στη σοβαρή Etude αποθέτει
τη λαχτάρα για κάτι απτό
που θα μπορούσε να ’ρθει: αύριο, απόψε αργά –,
που ίσως να είναι ήδη εδώ, αλλά κάποιος το κρύβει·
κι έξω από τα παράθυρα, ψηλόκορμο και πλήρες
αισθάνεται άξαφνα το φροντισμένο πάρκο.
Τώρα διακόπτει· κοιτάζει έξω, τα χέρια της
σταυρώνει· θα ’θελε ένα βιβλίο χορταστικό –
και μεμιάς διώχνει το άρωμα του γιασεμιού
μακριά. Ένιωσε ξαφνικά πως την αρρώσταινε.
(Παρίσι, φθινόπωρο 1907 ή Κάπρι, αρχές 1908)
~
μτφρ: Ευαγγελία Ανδριτσάνου