Ξαφνικά, τυλιγμένη στον άνεμο, βγήκε
φωτεινή μες στο φως, σάμπως
ανάγλυφη, ενώ η κάμαρα, τώρα ως λαξευμένη
γιόμισε πίσω της την πόρτα
τη σκοτεινή, όπως βάθος δακτυλιολίθου
που πετά ανταύγειες το διάγραμμά του∙
κι όχι, δεν είχε βραδιάσει, λες, πριν βγει έξω
για ν’ αφήσει, πάνω στα κάγκελα, ακόμη
κάτι απ’ τον εαυτό της, το άγγιγμα μονάχα
των χεριών της, αλαφρώτερη ακόμη για να γίνει
και, σαν σπρωγμένη απ’ όλα, να πετάξει
απ’ τις σειρές των σπιτιών κατά τα ουράνια.
φωτεινή μες στο φως, σάμπως
ανάγλυφη, ενώ η κάμαρα, τώρα ως λαξευμένη
γιόμισε πίσω της την πόρτα
τη σκοτεινή, όπως βάθος δακτυλιολίθου
που πετά ανταύγειες το διάγραμμά του∙
κι όχι, δεν είχε βραδιάσει, λες, πριν βγει έξω
για ν’ αφήσει, πάνω στα κάγκελα, ακόμη
κάτι απ’ τον εαυτό της, το άγγιγμα μονάχα
των χεριών της, αλαφρώτερη ακόμη για να γίνει
και, σαν σπρωγμένη απ’ όλα, να πετάξει
απ’ τις σειρές των σπιτιών κατά τα ουράνια.
~
Μετάφραση: Άρης Δικταίος
Μετάφραση: Άρης Δικταίος