Συλλογίστηκα κάποτε πώς ετραγούδησε ο Θεόκριτος
Τα χρόνια τα γλυκά, τα αγαπημένα και τα ποθητά – για χρόνια,
Όπου το καθένα, εμφανίζεται σαν χέρι χαριτωμένο
Προσφέροντας δώρα στους θνητούς, γέρους ή νιους:
Και καθώς το εστοχάστηκα, στη γλώσσα την αρχαία
Είδα, μέσα απ’ τα δάκρυα, σε όραμα θαμπό που ξαστερώνει
Τα γλυκά, θλιμμένα χρόνια, τα μελαγχολικά,
Τα χρόνια της ζωής μου, σκιά να ρίχνουν εμπρός μου.
Κλαίγοντας ακόμη, πρόσεξα πώς εκινήθη πίσω μου μεμιάς,
μια μορφή απόκρυφη, τραβώντας με απ’ τα μαλλιά·
Τα χρόνια τα γλυκά, τα αγαπημένα και τα ποθητά – για χρόνια,
Όπου το καθένα, εμφανίζεται σαν χέρι χαριτωμένο
Προσφέροντας δώρα στους θνητούς, γέρους ή νιους:
Και καθώς το εστοχάστηκα, στη γλώσσα την αρχαία
Είδα, μέσα απ’ τα δάκρυα, σε όραμα θαμπό που ξαστερώνει
Τα γλυκά, θλιμμένα χρόνια, τα μελαγχολικά,
Τα χρόνια της ζωής μου, σκιά να ρίχνουν εμπρός μου.
Κλαίγοντας ακόμη, πρόσεξα πώς εκινήθη πίσω μου μεμιάς,
μια μορφή απόκρυφη, τραβώντας με απ’ τα μαλλιά·
κι ενόσω πάλευα, ετούτα τα λόγια αναφώνησε, τα επιβλητικά
«Μάντεψε, ποιος σε κρατά τώρα στα χέρια του;»
«Ο Θάνατος», είπα. Όμως τότε
Ήχησε η απάντηση η αργυρή
«Όχι ο Θάνατος αλλά η Αγάπη»
~
μετάφραση: Σπύρος Δόικας
μετάφραση: Σπύρος Δόικας