Ούτε να πεθάνω θέλω ούτε και να γιατρευτώ∙
θέλω απλώς να βολευτώ στην καταστροφή μου.
Όταν τρελαίνομαι τις νύχτες για κορμί,
να βρίσκεται ένας άνθρωπος να με χορταίνει.
Όταν βουλιάζω σ’ εύκολες εξάψεις,
Να ’ρχεται μια εξευτέλιση και να με συνεφέρνει.
Όταν βουρλίζομαι στα δρομολόγια του πάθους,
να ’χω ένα όραμα να με θαμπώνει.
Όταν εξαγριώνομαι για τρυφερότητα,
να βρίσκονται δυο χέρια για τον παιδεμό μου.
Μα πάνω στου σπασμού την αποθέωση,
που εκμηδενίζει κάθε άλλη ομορφιά
να ’χω τη δύναμη να πω «Kύριε, όχι άλλο» –
κόβοντας τις υπερωρίες της καταστροφής μου.
θέλω απλώς να βολευτώ στην καταστροφή μου.
Όταν τρελαίνομαι τις νύχτες για κορμί,
να βρίσκεται ένας άνθρωπος να με χορταίνει.
Όταν βουλιάζω σ’ εύκολες εξάψεις,
Να ’ρχεται μια εξευτέλιση και να με συνεφέρνει.
Όταν βουρλίζομαι στα δρομολόγια του πάθους,
να ’χω ένα όραμα να με θαμπώνει.
Όταν εξαγριώνομαι για τρυφερότητα,
να βρίσκονται δυο χέρια για τον παιδεμό μου.
Μα πάνω στου σπασμού την αποθέωση,
που εκμηδενίζει κάθε άλλη ομορφιά
να ’χω τη δύναμη να πω «Kύριε, όχι άλλο» –
κόβοντας τις υπερωρίες της καταστροφής μου.
~
Από τη συλλογή Ανυπεράσπιστος καημός, 1960, Ανθολογία Ανέστη Ευαγγέλου,
Η δεύτερη μεταπολεμική γενιά, Εκδόσεις Παρατηρητής, 1994