Προσκυνητής μου διηγήθηκε: στην ερημιά σιωπηρή
Είδα δυο τεράστια πέτρινα πόδια,
Και δεν υπάρχουν γύρω σώμα, χέρια,
Μόνο τμήμα προσώπου: βλέμμα αγέρωχο, σκληρό,
Το στόμα μαρτυρεί για έπαρση διαβολική,
Έτσι τη φλόγα της ψυχής με σμίλη έκλεψε ο γλύπτης,
Και ζωντανό μες στο νεκρό ξαναζωντάνεψε,
Ενώ διασπάσθηκαν σώμα, ψυχή, έγιναν σκόνη τοξική,
Είδα δυο τεράστια πέτρινα πόδια,
Και δεν υπάρχουν γύρω σώμα, χέρια,
Μόνο τμήμα προσώπου: βλέμμα αγέρωχο, σκληρό,
Το στόμα μαρτυρεί για έπαρση διαβολική,
Έτσι τη φλόγα της ψυχής με σμίλη έκλεψε ο γλύπτης,
Και ζωντανό μες στο νεκρό ξαναζωντάνεψε,
Ενώ διασπάσθηκαν σώμα, ψυχή, έγιναν σκόνη τοξική,
Και μόνο την επιγραφή εφύλαξε το βάθρο υπεροπτικό:
«Είμαι ο Οζιμάντια, ο βασιλιάς των βασιλιάδων,
Ανίσχυροι οι αυτοκράτορες μπροστά στη θέλησή μου».
Και τι;! Γύρω αποτυπώματα κατάρρευσης μεγάλης,
Άγονη απλωσιά της στέπας της γυμνής,
Και στρώνεται η άμμος η νεκροφανής.